Ο Κριστιάν Ντιόρ γεννήθηκε στις 21Ιανουαρίου το 1905 σε μία μικρή, γραφική πόλη της Νορμανδίας, την Γκρανβίλ. Το παραθαλάσσιο αυτό μέρος, έμελλε να αποτελέσει σταθμό για την μετέπειτα ζωή του. Το σπίτι όπου μεγάλωσε, μία εντυπωσιακή μονοκατοικία, ήταν γεμάτη με λουλούδια τα οποία και τον ενέπνευσαν σε όλη του την καλλιτεχνική ζωή και έγιναν το σήμα κατατεθέν του.
Όπως δήλωσε ο ίδιος «όπως όλα τα αγγλονορμανδικά κτίρια στα τέλη του περασμένου αιώνα… ήταν άκρως αποκρουστικό αλλά κατά κάποιον τρόπο, όλος ο τρόπος ζωής μου επηρεάστηκε από την αρχιτεκτονική και το περιβάλλον του.»
Η οικογένεια του είχε επιχείρηση λιπασμάτων και χημικών από το 1832 και ο μικρός Κριστιάν ήταν μόλις 5 ετών όταν μετακόμισε με τους γονείς του στο Παρίσι, λίγο πριν την έναρξη του Ά Παγκοσμίου Πολέμου.
Μετά το τέλος του πολέμου, ο Ντιόρ παρακολουθούσε παραστάσεις και επισκεπτόταν συχνά γκαλερί και εκθέσεις γεγονός που του γέννησε την επιθυμία να σπουδάσει αρχιτεκτονική και καλές τέχνες. Ωστόσο, οι γονείς του εναντιώθηκαν και τον έπεισαν να ασχοληθεί με την διπλωματία την οποία σύντομα παράτησε για την μουσική. Στην συνέχεια, πειραματίστηκε με την τέχνη που τόσο αγαπούσε ανοίγοντας την δική του γκαλερί.
Ο ΄Β Παγκόσμιος Πόλεμος ήρθε και τα ανέτρεψε όλα. Ο Ντιόρ στάλθηκε να υπηρετήσει στην Μεάν-σιρ-Ιέρβ, μία επαρχία της κεντρικής Γαλλίας μέχρι το 1940 που τελείωσε την θητεία του και γύρισε στην οικογένεια του στην Νότια Γαλλία. Εκεί άρχισε να καλλιεργεί την γη μαζί με την αδερφή του και τον πατέρα του ενώ παράλληλα έστελνε σχέδια του σε περιοδικά και οίκους μόδας.
Η κατά 12 χρόνια μικρότερη του αδερφή Κατρίν, υπήρξε από τους πιο κοντινούς του ανθρώπους καθ΄ όλη την διάρκεια της ζωής του. Όμως, η δική της ζωή ήταν σκληρή και βάναυση. Στην διάρκεια του πολέμου ο Ντιόρ πήρε την αδερφή του στο Παρίσι όπου γνώρισε και ερωτεύτηκε τον παντρεμένο Ερβέ ντε Σαρμπονερί και μαζί του μπήκε στην Γαλλική Αντίσταση.
Το γεγονός αυτό, την οδήγησε στις 6 Ιουλίου του 1944 στα κρατητήρια της Γκεστάπο όπου βασανίστηκε. Όταν αρνήθηκε να προδώσει την Αντίσταση οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ράβενσμπρουκ μέχρι το 1945 όταν ο Σοβιετικός στρατός τους απελευθέρωσε.
Η Κατρίν αποτέλεσε την μεγαλύτερη του μούσα. Η δύναμη και η σεμνότητα της ήταν από τα χαρακτηριστικά που θαύμαζε σε όλες τις γυναίκες κάτι που αποδίδεται σχεδιαστικά και στα ρούχα του. Αφιέρωσε την ζωή της στην ανατροφή των παιδιών του συντρόφου της και παράλληλα ασχολήθηκε έντονα με την καλλιέργεια λουλουδιών, αρκετά από τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από τον οίκο για την παραγωγή των αρωμάτων.
Όπως ήταν λογικό, το πρώτο άρωμα του Ντιόρ, το Miss Dior ήταν μία αναφορά σε εκείνη, ο τρόπος του να την ευχαριστήει και να αφήσει ένα κομμάτι της ζωντανό για πάντα.
Μέσα σε εκείνο το μικρό, γυάλινο μπουκάλι χώρεσε όλη του την αγάπη, την εκτίμηση και τον θαυμασμό για την σημαντικότερη και πιο γενναία γυναίκα της ζωής του, την αδερφή του.
Μετά τον θάνατο του, η Κατρίν ζήτησε να τοποθετηθούν λουλούδια που έφταναν από όλο τον κόσμο στην Αψίδα του Θριάμβου ως ένδειξη τιμής για όσα προσέφερε ο αδερφός της στην Γαλλική μόδα και την υψηλή ραπτική.
Διαβάστε ακόμα στο intronews.gr
Vera Wang: Η 73χρονη σχεδιάστρια μόδας που μοιάζει με 30αρα σπάει τα ηλικιακά στερεότυπα
Grace Kelly: Τελικά πόσο ευτυχισμένη ήταν η πριγκίπισσα του Μονακό
Μία επίδειξη μόδας γεμάτη διαμάντια με τα πιο γνωστά μοντέλα του πλανήτη από την MESSIKA