Tinder, Bumble, eHarmony, Match, WooPlus, Hinge. Αυτές είναι μόνο μερικές, η κορυφή του παγόβουνου για την ακρίβεια, στον ωκεανό των dating apps που έχει αναπτυχθεί την τελευταία 10ετία. Κι υπάρχουν και αρκετές οι οποίες εξαφανίστηκαν στην πορεία των ετών.
Από το σκρολάρισμα του Facebook και του Instagram, έγινε η μετάβαση στην εποχή του ανελέητου swipe, είτε είναι right, είτε, κυρίως, είναι left.
Με αυτό το swipe δηλώνεις στις περισσότερες εφαρμογές αν κάποιος σου αρέσει ή δεν σου αρέσει, αν και υπάρχει και η επιλογή της καρδούλας για να μην υπάρξει κάποιο μπέρδεμα και κάνεις swipe right εκεί που θες να κάνεις left.
Κάμποσες γενιές ανθρώπων έχουν πια φτάσει στο απόλυτο burnout με τα dating apps, ων ουκ έστιν αριθμός. Η πληθώρα τους, αλλά και τα όρια που δεν τίθενται από τις ίδιες τις εφαρμογές, έχει προκαλέσει δυσανασχέτηση. Το Bumble προσπάθησε κάπως να το αλλάξει, δίνοντας στις γυναίκες το δικαίωμα να στείλουν πρώτες μήνυμα, αλλά δεν υπήρξε πρόοδος και πάρα πολλές περιπτώσεις έχουν δεχτεί μεγάλη πίεση από συνομιλητή τους για να προχωρήσουν σε ραντεβού και σεξουαλική πράξη, ενώ έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν θέλουν.
Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center, το 37% των χρηστών τέτοιων εφαρμογών ανέφερε ότι υπήρξαν περιπτώσεις ατόμων που είχαν κάνει match, οι οποίοι συνέχιζαν να τους παρενοχλούν παρόλο που δεν ενδιαφέρονταν, ενώ το 35% είχε λάβει ανεπιθύμητο σεξουαλικό περιεχόμενο, χωρίς να το ζητήσει.
«Νιώθω ότι έχω πια καεί. Είναι πραγματικά σαν να έχω μια δουλειά μερικής απασχόλησης», λέει μια γυναίκα ονόματι Άμπι στους New York Times. Η Άμπι δουλεύει στον οικονομικό τομέα και ξοδεύει ετησίως 4.500 δολάρια σε συνδρομές για να έχει προνόμια στη χρήση των εφαρμογών, αφού όλες φροντίζουν να σε «κρύβουν» μέχρι να πληρώσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αυξάνονται σημαντικά οι πιθανότητες σου.
Η αίσθηση του ανικανοποίητου
Ήταν Σεπτέμβριος του 2013 όταν το Tinder έκανε την εντυπωσιακή αρχή στον κόσμο των dating apps. Ήταν το Facebook των ραντεβού. Λίγο πριν την πανδημία, το Tinder έγινε το Twitter των ραντεβού, αποτελώντας έναν ψηφιακό τόπο αρκετών «καμμένων». Κι οι καμμένοι καίνε πάντοτε τους άλλους.
«Οι άνθρωποι έχουν απλά κουραστεί. Νιώθουν να πνίγονται με όλη αυτή τη διαδικασία», αναφέρει η Έλεν Φίσερ, ανθρωπολόγος και ερευνήτρια στο Kinsey Institute και σύμβουλος στο Match.com.
Πάλι, σύμφωνα με το Pew, μόλις το 12% των Αμερικάνων έχουν κάνει σοβαρή σχέση ή έχουν παντρευτεί με άτομο που γνώρισαν σε κάποια τέτοια εφαρμογή. Το 57% χαρακτήρισε την εμπειρία της χρήσης της εκάστοτε εφαρμογής ως ελάχιστα θετική.
Μια άλλη έρευνα που έγινε τον περασμένο Απρίιο σε 500 άτομα ηλικίας 18-54 ετών από την Singles Reports, κατέληξε στο συμπέρασμα πως το 80% των ανθρώπων έχουν πάθει burnout ή εξάντληση με τα dating apps, ποσοστό 30% μεγαλύτερο σε σχέση με αυτό αντίστοιχης έρευνας του 2016.
«Μετά από δεκαετίες άκαρπης προσπάθειας, άρχισα να αναρωτιέμαι: τι μου έχει προσφέρει όλη αυτή η σπατάλη χρόνου, προσπάθειας και χρήματος», λέει η Σάνι Σίλβερ, podcaster και συγγραφέας του βιβλίου A Single Revolution, που ασχολείται κοινωνιολογικά με τα κοινωνικά στερεότυπα σχετικά με το να είναι κάποιος single.
«Όταν απογοητεύεσαι διαρκώς από ένα μέρος που σου υποσχέθηκε ότι είναι το μονοπάτι για την αγάπη πολλές φορές, δεν σταματάς να ρωτάς τον εαυτό σου: τι ακριβώς κάνει αυτό στην πνευματική μου υγεία; Τι επιπτώσεις έχει στην ευεξία μου;», διερωτάται η Σίλβερ. Κι αφού έφτασε σε αυτά τα ερωτήματα, διέγραψε και το Tinder, και το Bumble και το Hinge.
Η ίδια περιγράφει πως ένιωσε μια απελευθέρωση όταν το έκανε και η διάθεση της ανέβηκε κατακόρυφα και άμεσα. Όταν έσβησε τις εφαρμογές, είδε πως έχει διαθέσιμο χρόνο για να ξεκουραστεί και να κάνει πράγματα για τον εαυτό της. Και πήρε πίσω και τα χρήματα που ξόδευε, τα οποία αν τα ξόδευε σε κανονικά ραντεβού, σίγουρα θα ένιωθε πιο γεμάτη.
«Φαντάσου να αδημονείς για να σου έρθει κάτι καλό για χρόνια κκαι να μπαίνεις στη διαδικασία να σκεφτείς ότι από μέρα σε μέρα θα έρθει. Αυτό είναι άρρωστο», εξηγεί.
Η περίπτωσή της δεν είναι ο κανόνας. Αρκετοί διέγραψαν τις εφαρμογές και δεν ένιωσαν την ίδια απελευθέρωση. Αν η χρήση του κάθε Tinder κρύβει άλλου είδους ανασφάλειες και ψυχικά τραύματα, κανένα delete δεν θα σβήσει και αυτά.
Στο τέλος της ημέρας, το πρόβλημα με το Tinder είναι αυτό που αφορά και κάθε άλλο κομμάτι παθητικής ενασχόλησης στην καθημερινότητα μας: το binge. Ότι αν ξεκινήσεις δεν σταματάς. Θα δεις όλη τη σεζόν της σειράς. Θα δεις 2 ταινίες. Θα περάσεις 2-3 ώρες για να βρεις ματσάρισμα.
Αρκετοί, μπορεί να έχουν ματσάρει με 5-6 άτομα, κι αντί να επενδύσουν στη γνωριμία αυτών, να αναζητούν κι άλλα ματσαρίσματα. Σύμφωνα με την επιστήμη, η βραχυπρόθεσμη μνήμη των ανθρώπων δε μπορεί να αντέξει πάνω από 9 συναναστροφές ταυτόχρονα.
«Αρχίζεις να νιώθεις ανακυκλώσιμος. Νιώθεις ότι η υπόσχεση για σύνδεση είναι εκτός πραγματικότητας για σένα», αναφέρει ο Έζι Νόπφ που έχει περάσει πολύ χρόνο σε lgbtq dating apps.
Ο Έζι δίνει και το πραγματικό στίγμα της ψυχολογίας των χρηστών του Tinder, του Bumble και των άλλων εφαρμογών. «Αν βρεθώ με κάποιον σκέφτομαι ότι αν η σχέση δεν λειτουργήσει, θα πρέπει να πάω πάλι από το μηδέν και να ξαναμπώ σε αυτές τις εφαρμογές που κοροϊδεύουν και να βιώσω όλη αυτή την διαδικασία που προκαλεί πια ναυτία».
* Πηγή: The New York Times