Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα σε τούτη τη χώρα που να μπορούμε να πούμε ότι εξελίσσονται και προοδεύουν με το βλέμμα στον διεθνή ανταγωνισμό. Η εστίαση και τα ξενοδοχεία είναι ένα από αυτά τα λίγα, τα πιο χαρακτηριστικά και, πραγματικά, αν ποτέ μπείτε σε διαδικασία σύγκρισης του τι προσφέρουν τα ξενοδοχεία και τα μπαρ/εστιατόρια/καφέ στην Ελλάδα σε σχέση με το εξωτερικό, θα δείτε πως είμαστε αρκετά ψηκά σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ως χώρα έχουμε το πλεονέκτημα πως είμαστε θέρετρο στο μεγαλύτερο τμήμα μας και αυτό μας έχει κάνει ελκυστικούς στην τεχνογνωσία και την κουλτούρα από το εξωτερικό. Γιατί, η αλήθεια είναι, στα νησιά για παράδειγμα, μέχρι πριν την πανδημία, η πλειοψηφία των καταλυμάτων ήταν σχεδόν αστεία, γιατί δεν υπήρχε ανταγωνισμός να εξαναγκάσει τους ιδιοκτήτες στα rooms to let να ανεβάσουν το επίπεδο των εγκαταστάσεων και των παροχών.
Την τελευταία δεκαετία, για την ακρίβεια από το 2012 μέχρι το 2022, έχει αυξηθεί το επίπεδο και έγινε μια αρχή που θα συνεχιστεί σε πιο εντατικούς ρυθμούς μέχρι και το 2030, βλέποντας και πόσες επενδύσεις γίνονται σε ξενοδοχεία, πόσοι διεθνείς όμιλοι αναπτύσσονται κάθε χρόνο στην ελληνική αγορά.
Είναι χαρακτηριστικό πως στην Ελλάδα, από το 2012 μέχρι το 2022, δηλαδή σε μια δεκαετία που τα πρώτα 5 χρόνια ήταν χρόνια μνημονίων και κοινωνικών αναταραχών και τα τελευταία 2 ήταν χρόνια πανδημίας, είδαμε τα 5άστερα και 4άστερα ξενοδοχεία να αυξάνονται κατά 960 (400 και 560 αντίστοιχα). Σε επίπεδο 5 αστέρων μιλάμε για αύξηση 117% και σε επίπεδο 4 αστέρων για αύξηση 45%!
Αυτή η άνοδος αναβάθμισε την ποιότητα των υπηρεσιών στα καταλύματα και έκανε μια μορφή εκκαθάρισης, αφού προστέθηκαν στον «στόλο» 73.000 κλίνες 5 και 4 αστέρων, ενώ την ίδια στιγμή 37.000 κλίνες 1 και 2 αστεριών τέθηκαν εκτός, με τις επιχειρήσεις αυτής της κλίμακας να μειώνονται κατά 19% και 20% αντίστοιχα σε αυτή τη δεκαετία.
Υπερπολυτελή ξενοδοχεία: Η πλειοψηφία ως το 2030
Γίνεται εμφανές από αυτή την τάση πως ως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, η μείωση θα είναι ακόμα πιο ραγδαία για τα ξενοδοχεία της δεύτερης ομάδας και η αύξηση εξίσου ραγδαία για αυτά της πρώτης ομάδας. Εξάλλου, από τη μία το πρότζεκτ της αθηναϊκής ριβιέρας, από την άλλη η διαρκής άνοδος των νησιών και η «εισβολή» ξένου κεφαλαίου στις κατοικίες, θα αναγκάσει όλους τους ιδιοκτήτες καταλυμάτων, όσους απασχολούνται στη φιλοξενία και εστίασει, να αναπτύξουν τάχιστα την ανανέωση των υπηρεσιών τους.
Είναι χαρακτηριστικό πως το διάστημα από το 2019 μέχρι το 2022 είναι αυτό όπου καταγράφεται η πιο μεγάλη άνοδος, με τον κύκλο εργασιών των ελληνικών ξενοδοχείων να είναι μεγαλύτερος κατά 2,4%, ιδίως στις μονάδες εποχικής λειτουργίας. Στα ξενοδοχεία 4 και 5 αστέρων ο τζίρος ανέβηκε κατά 13%, ενώ στα 1 και 2 αστέρια είχε πτώση 22%. Το 2022, οι μονάδες που ανήκουν στην υψηλότερη κλίμακα αντιπροσώπευσαν το 43,5% των συνολικών ξενοδοχειακών εσόδων που καταγράφηκαν στην Ελλάδα και εκείνες των 4 αστέρων αντιπροσώπευσαν το 33,6%. Σε επίπεδο χρημάτων, μιλάμε για 3,75 και 2,9 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Συνολικά, στον τουρισμό έχουν γίνει πάνω από 5 δισ. ευρώ επενδύσεις σε ξενοδοχειακές μονάδες από το 2019. Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της αύξησης, το 2013-2014 το ποσό αυτό ήταν περίπου 250 εκατομμύρια! Το 2019 κατέχει προς το παρόν το ρεκόρ με 1,9 δισ. ευρώ, αλλά το 2025 έχει βάλει πλώρη για να το ξεπεράσει.
Τα ποσά αυτά δεν αφορούν μόνο σε ανέγερση νέων μονάδων, αλλά και σε βελτίωση των παροχών από υπάρχοντα ξενοδοχεία τα οποία μεταπήδησαν στην κλίμακα από τα 3 στα 4 ή στα 5 αστέρια. Το 2023 δαπανήθηκαν περί τα 761 εκατ. ευρώ για ανακαίνιση και αναβάθμιση, ποσό που αντιστοιχεί επίσης στο 7% του τζίρου των ξενοδοχείων.
Τα 5άστερα και 4άστερα ξενοδοχεία κατέχουν το 65% των δαπανών για βελτίωση των εγκαταστάσεων τους.