Ο υπερτουρισμός είναι ένα φαινόμενο που έχει αρχίσει να προκαλεί ανησυχία στους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, όπου η έντονη ροή επισκεπτών έχει φέρει τόσο θετικά όσο και αρνητικά αποτελέσματα.

Αν και οι οικονομικές ωφέλειες του τουρισμού είναι αναμφισβήτητες – με τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την αύξηση του εθνικού εισοδήματος και τη στήριξη τοπικών επιχειρήσεων – οι αρνητικές συνέπειες του υπερτουρισμού γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς.

Οι τοπικές κοινότητες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Η καθημερινότητά τους έχει διαταραχθεί από τις μεγάλες συγκεντρώσεις τουριστών, που συχνά οδηγούν σε συνωστισμό και μειώνουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Οι μόνιμοι κάτοικοι εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους, καθώς πολλές φορές δυσκολεύονται να βρουν προσιτή στέγαση λόγω της εκτίναξης των ενοικίων, κυρίως λόγω της αύξησης των ενοικίων που προκαλεί η πλατφόρμα Airbnb και παρόμοιες υπηρεσίες.

Επιπλέον, η πίεση στους φυσικούς πόρους είναι επίσης μια σοβαρή ανησυχία. Οι περιοχές που ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα, όπως η έλλειψη νερού, επιβαρύνονται περισσότερο από την αυξημένη κατανάλωση που φέρνει ο τουρισμός. Η διαχείριση των φυσικών πόρων γίνεται όλο και πιο δύσκολη, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος εξάντλησης ή υποβάθμισης αυτών των πόρων.

Οι αντιδράσεις των κατοίκων είναι πολλές φορές έντονες, με κινήματα να αναδεικνύουν την ανάγκη για μια πιο βιώσιμη προσέγγιση στον τουρισμό. Οι κοινότητες απαιτούν από τις αρχές να αναλάβουν δράση για να διασφαλιστεί ότι οι τουριστικές δραστηριότητες θα συμβαδίζουν με τις ανάγκες και τα δικαιώματα των μόνιμων κατοίκων. Η αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ του τουρισμού και της καθημερινής ζωής των τοπικών πληθυσμών είναι επιτακτική, προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των προορισμών στο μέλλον.

«Τουρίστες πηγαίνετε σπίτια σας»

Η επαναφορά του τουρισμού μετά την πανδημία έχει φέρει στην επιφάνεια τις έντονες ανησυχίες των τοπικών κοινοτήτων, οι οποίες βλέπουν τις πόλεις τους να «πνίγονται» από τις μαζικές αφίξεις επισκεπτών. Στη Βαρκελώνη, μια από τις πιο εμβληματικές πόλεις της Ισπανίας, οι αντιδράσεις φτάνουν στο αποκορύφωμά τους, καθώς οι κάτοικοι, αηδιασμένοι από την κατάσταση, οργανώνουν διαμαρτυρίες.

Η διαδήλωση τον Ιούλιο, με τους κατοίκους να κρατούν πιστόλια νερού και να διώχνουν τους τουρίστες από τα εστιατόρια, αντικατοπτρίζει την οργή τους απέναντι στον υπερτουρισμό. Οι πινακίδες που κρατούσαν, με μηνύματα όπως «Ο υπερτουρισμός σκοτώνει την πόλη» και «Τουρίστες πηγαίντε σπίτια σας», μαρτυρούν την αγωνία τους για την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στην πόλη. Οι ντόπιοι εκφράζουν την ανησυχία τους ότι δεν μπορούν πια να αντέξουν οικονομικά τη ζωή στη Βαρκελώνη, λόγω της εκτόξευσης των τιμών και της απουσίας διαθέσιμων κατοικιών.

Αυτό το αίσθημα δυσαρέσκειας δεν περιορίζεται μόνο στη Βαρκελώνη, αλλά είναι διάχυτο σε πολλές τουριστικές περιοχές της Ευρώπης, όπου οι πληθυσμοί ανησυχούν για τις συνέπειες του μαζικού τουρισμού. Οι ομάδες υπεράσπισης που δημοσίευσαν το μανιφέστο ζητούν ριζικές αλλαγές, όπως περιορισμούς στη δραστηριότητα του αεροδρομίου και την απαγόρευση των βραχυχρόνιων ενοικιάσεων.

Η Ισπανία, συγκεκριμένα, έχει βιώσει δραματική αύξηση του τουρισμού, με περισσότερους από 53 εκατομμύρια επισκέπτες μέχρι τον Ιούλιο του 2024, καταγράφοντας αύξηση 12% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αυτή η τάση εντείνει τις ανησυχίες για τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις του υπερτουρισμού, και οι ντόπιοι ζητούν από τις αρχές να δράσουν, προκειμένου να διασφαλιστεί μια βιώσιμη ανάπτυξη του τουριστικού τομέα που θα σέβεται τις ανάγκες και τα δικαιώματά τους.

Η Ελλάδα στις top «overtourism» χώρες

Η Ελλάδα, και ειδικότερα οι δημοφιλείς προορισμοί όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, βρίσκεται στο επίκεντρο του προβλήματος του υπερτουρισμού, όπως καταδεικνύει ο πρόσφατος «Δείκτης Υπερτουρισμού» που δημοσίευσε η εταιρεία συμβούλων Roland Berger. Η μελέτη αναλύει 70 από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως και κατατάσσει την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες που πλήττονται περισσότερο από αυτό το φαινόμενο, το οποίο επηρεάζει τόσο τον παράκτιο όσο και τον αστικό τουρισμό.

Η ετήσια αύξηση των επισκεπτών, ιδίως κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, έχει οδηγήσει σε υπερφόρτωση των υποδομών και των υπηρεσιών, προκαλώντας ανησυχίες σχετικά με την ποιότητα ζωής των ντόπιων και την αειφορία των φυσικών πόρων. Αντικείμενο της ανησυχίας είναι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις και η πίεση που ασκείται στους φυσικούς πόρους, όπως το νερό, σε περιοχές που ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Ανταγωνιζόμενη αυτή την κατάσταση, η Evaneos, ένας διεθνής ταξιδιωτικός οργανισμός που προωθεί βιώσιμα ταξίδια, αποφάσισε να αποσύρει τα καλοκαιρινά πακέτα διακοπών για τη Μύκονο και τη Σαντορίνη από την πλατφόρμα του για το 2025. Αυτή η κίνηση επισημαίνει τη στροφή προς βιώσιες τουριστικές πρακτικές, ανταγωνιζόμενη την υπερφόρτωση των δημοφιλών προορισμών και αποσκοπώντας στη διατήρηση της ποιότητας και της αυθεντικότητας των τουριστικών εμπειριών.

Η ανάγκη για στρατηγικές που να μειώνουν την πίεση από τις τουριστικές ροές είναι επιτακτική, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των προορισμών και η ποιότητα ζωής των κατοίκων τους.

Υπερτουρισμός: Τις πταίει;

Οι απόψεις γύρω από τον υπερτουρισμό ποικίλλουν, αλλά η θέση του Ράντι Ντουρμπάντ, CEO του Παγκόσμιου Συμβουλίου Αειφόρου Τουρισμού, προσφέρει μια διαφορετική οπτική στο πρόβλημα. Αντί να ρίχνει το φταίξιμο στους ταξιδιώτες, υποστηρίζει ότι η ανεπαρκής διαχείριση είναι η κύρια αιτία της κρίσης που αντιμετωπίζουν πολλοί δημοφιλείς προορισμοί.

Σύμφωνα με τον Ντουρμπάντ, η έλλειψη στρατηγικής διαχείρισης εκ μέρους των κυβερνήσεων έχει συμβάλει στην επιδείνωση της κατάστασης. Καθώς εργάζεται στον τομέα του τουρισμού για 40 χρόνια και έχει εμπλακεί σε επιτροπές και εμπορικές ενώσεις σε διάφορες περιοχές του κόσμου, τονίζει ότι οι κυβερνήσεις συχνά δεν αναγνωρίζουν τον κρίσιμο ρόλο που μπορούν να παίξουν στη διαχείριση του τουριστικού ρεύματος.

Αυτή η προσέγγιση ενισχύει την ανάγκη για πιο αποτελεσματικές και βιώσιμες πολιτικές που θα στοχεύουν στη διαχείριση της τουριστικής δραστηριότητας, προκειμένου να εξασφαλίσουν την ευημερία τόσο των ντόπιων όσο και των επισκεπτών. Η σωστή διαχείριση θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων του υπερτουρισμού, διασφαλίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα των τουριστικών προορισμών.

Από το μάρκετινγκ στη διαχείριση

Ο Ράντι Ντουρμπάντ προτείνει μια ανανέωση της προσέγγισης για τη διαχείριση του τουρισμού, υποστηρίζοντας ότι οι Οργανισμοί Μάρκετινγκ Προορισμών (DMO) θα πρέπει να εστιάσουν στη «διαχείριση» αντί για το «μάρκετινγκ». Αυτή η μετάβαση, αν και έχει αρχίσει, είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο. Σύμφωνα με τον Ντουρμπάντ, οι κυβερνήσεις πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι ο τουρισμός απαιτεί συστηματική διαχείριση και στρατηγική για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις του υπερτουρισμού.

Διαχείριση Τουριστικών Ροών

Μια στρατηγική που κερδίζει έδαφος για τη μείωση των επιπτώσεων του υπερτουρισμού είναι η διαχείριση των τουριστικών ροών. Αυτή η προσέγγιση στοχεύει στον έλεγχο της συγκέντρωσης των επισκεπτών, είτε εποχιακά είτε εντός συγκεκριμένων ημερών.

Ο Ντουρμπάντ αναφέρει παραδείγματα, όπως το γαλλικό χωριό Σαιν-Γκιλέμ-λε-Ντεζέρ, το οποίο εισήγαγε περιορισμούς στην πρόσβαση για τους επισκέπτες μετά από σοβαρό περιστατικό που σχετίζεται με την κυκλοφορία. Οι επισκέπτες πρέπει να παρκάρουν σε καθορισμένες περιοχές και να χρησιμοποιούν εναλλακτικούς τρόπους μετακίνησης, όπως ποδήλατα ή τοπικά λεωφορεία.

Ο Ντουρμπάντ τονίζει ότι τέτοιες στρατηγικές θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και σε πόλεις όπως η Βαρκελώνη, που δέχεται 17 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Ωστόσο, η διαχείριση των ροών θα είναι πιο περίπλοκη λόγω της τρέχουσας συγκέντρωσης επισκεπτών σε δημοφιλείς περιοχές, οι οποίες συμπίπτουν με τις προτιμήσεις των ντόπιων. Η αποτελεσματική διασπορά των επισκεπτών θα απαιτεί μια καλά μελετημένη στρατηγική.

Ο Ντουρμπάντ επισημαίνει ότι η ζήτηση για τουρισμό δεν θα μειωθεί, και επομένως η χωρητικότητα των προορισμών πρέπει να αυξηθεί, με τις στρατηγικές διαχείρισης να πρέπει να βελτιωθούν δραματικά για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημοφιλών προορισμών.

*Πηγή: CNBC

*Photo Credit: Shutterstock