Το ερωτικό δράμα εποχής «Ηλέκτρα», βασισμένο σε μια ιδέα της συγγραφέως Ελένης Καπλάνη, σε σκηνοθεσία της Βίκυς Μανώλη και σενάριο των Μαντώ Αρβανίτη και Θωμά Τσαμπάνη, μας μεταφέρει στη δεκαετία του ’70 για να μας περιγράψει την ιστορία μιας γυναίκας καταπιεσμένης από τις συμβάσεις της εποχής και τον καθωσπρεπισμό μιας μικρής κοινωνίας ενός νησιού.
Η σειρά μας ταξιδεύει σε ένα μικρό νησί, την Αρσινόη, στη δεκαετία του ’70, όπου μυστικά, ψέμματα, πάθη και ίντριγκες στοιχειώνουν τους ήρωες που προσπαθούν απεγνωσμένα να απεγκλωβιστούν από τις προσωπικές τους «φυλακές».
Την Ηλέκτρα ερμηνεύει η Έμιλυ Κολιανδρή, μία ηθοποιός με δυναμική τεχνική υποκριτικά, δίνοντας έναν αέρα μυστηρίου στην ηρωίδα.
Ο Αποστόλης Τότσικας στο ρόλο του δασκάλου, μας ξανασυστήνεται σε κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ όσα έχουμε δει έως σήμερα.
Ο Τάσος Γιαννόπουλος από «μαφιόζος»της νύχτας πέρυσι στο «Κάνε ότι κοιμάσαι», γίνεται δήμαρχος και γιος του πάμπλουτου Βρεττού που έχει τα ναυπηγεία του νησιού, με μία συγκρατημένη ερμηνεία που πιστεύω ότι αργότερα θα απλωθεί και θα δούμε ανατροπές.
Το στοιχείο της ανατροπής, βέβαια, μέχρι στιγμής δεν είναι εμφανές στη σειρά, καθώς η ανάπτυξη των χαρακτήρων κυλάει προβλεπόμενα, δεν φαίνεται να συμβαίνει κάτι απρόβλεπτο, ένα στοιχείο που «κουράζει» τον τηλεθεατή. Ο ρυθμός είναι αργός, οι σιωπές μεγάλες…
Αυτό το στυλ κινηματογράφησης θυμίζει έντονα νέο ελληνικό κινηματογράφο των ’80ς, ο οποίος ωστόσο επικράτησε σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο, καθώς οι κοινωνικές συνθήκες επέβαλαν μεγάλες σιωπές.
Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για τη μεταδικτατορική περίοδο με ό,τι αυτή κουβαλούσε μέσα της, ως απόνερα της δικτατορίας.
Θα μου πείτε, μα και η σειρά σε αυτή την περίοδο αναφέρεται. Ναι, αλλά οι τηλεθεατές πλέον έχουν άλλες απαιτήσεις και δεν μιλάμε για το κοινό εκείνης της περιόδου. Για το λόγο αυτό χρειάζεται λίγο να αναπτύξει ταχύτητες η σειρά ώστε να ενισχύσει το σασπένς.
Για να μπούμε στο νόημα, είναι εμφανές ότι η Ηλέκτρα θα ερωτευτεί τον δάσκαλο, ότι ο σύζυγός της είναι καταπιεστικός επομένως θα αντιδράσει όταν αντιληφθεί αυτό τον έρωτα, ότι ο άλλος γιος του Βρεττού είναι κάθαρμα, ότι οι φτωχοί στην ταβέρνα-παντοπωλείο του νησιού είναι καταδικασμένοι στη μοίρα τους και θα αναζητήσουν εκδίκηση, ότι η Μερόπη προσπαθεί να «τυλίξει» το δάσκαλο για την κόρη της και δεν θέλει τον Σαγιά που μπεκροπίνει…
Ότι μεταξύ της Ηλέκτρας και του Νικόλα Βρεττού υπάρχει κάποιο ένοχο μυστικό που θα λειτουργήσει ως μοχλός, ο οποίος θα κατευθύνει τη συμπεριφορά της στην πορεία.
Δεν υπάρχει λοιπόν κάτι που θα δημιουργήσει το αναπάντεχο για να κρατήσει τον τηλεθεατή καθηλωμένο, τουλάχιστον στα πρώτα επεισόδια, γιατί κρατάμε επιφυλάξεις για την πορεία… Αλλά ο τηλεθεατής πρέπει να αποκτήσει ενδιαφέρον για να μείνει σε μία σειρά από τα πρώτα επεισόδια…
Επίσης καλό θα ήταν κάποιες ερμηνείες να μην είναι στυλιζαρισμένες και να γίνουν πιο φυσικές, χωρίς κορώνες και θεατρικές κινήσεις. Aπλές, λιτές, ρεαλιστικές.
Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς κυριολεκτικά εντυπωσίασε καθώς υποδύεται με φυσικότητα το ρόλο του και μάλιστα με στοιχεία (ακόμη και η γλώσσα που χρησιμοποιεί και η εκφορά του λόγου, το ύφος) που παραπέμπουν στο ’70 και όχι σε έναν ανάλογο επιχειρηματία του σήμερα.
Κάποιοι από τους ηθοποιούς ωστόσο χρησιμοποιούν στόμφο, δεν αφήνονται σε φυσική ερμηνεία, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται χάσματα στις μεταξύ τους χημείες.
Να σημειώσουμε ότι από εκείνη την εποχή έως σήμερα έχουν εξελιχθεί και οι τεχνικές υποκριτικής, και ο αργός ρυθμός δεν βοηθά τόσο τους ηθοποιούς να αναπτύξουν την ερμηνεία τους ή να την προσαρμόσουν επάνω τους.
Άλλοι κινούνται με γρήγορο ρυθμό και ένταση, άλλοι προσπαθούν να ακολουθήσουν τον αργό ρυθμό, με αποτέλεσμα το γενικό πλάνο να δείχνει άρρυθμο και η ακτινοβολία των ηθοποιών, ειδικά σε σκηνές των δύο, να χάνει την αρμονία της.
Τα εξωτερικά κάδρα εκπέμπουν ρομαντισμό, ίσως και κάποια νοσταλγία για το παρελθόν και η χρωματική παλέτα της φωτογραφίας αποτυπώνει την περίοδο του ’70. Λίγη προσοχή στα πλάνα που δείχνουν γεφύρια, ποτάμια και γενικότερα χώρους που δεν παραπέμπουν σε μικρό νησί αλλά σε κωμόπολη της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Στο ενδυματολογικό κομμάτι τα πράγματα είναι κάπως… «ατσαλάκωτα».
Δεν μπορεί η γυναίκα του νησιού να φοράει συνεχώς ρούχα που ναι μεν ταυτίζονται με την εποχή αλλά είναι ατσαλάκωτα σαν καινούργια, δεν έχουν επάνω τους ταλαιπωρία ή χρήση -τότε οι άνθρωποι της μεσαίας τάξης δεν αγόραζαν συνεχώς καινούργια ρούχα, είχαν τα καθημερινά, τα καλά τους για γιορτές, την εκκλησία ή κάποια ειδική περίσταση, ένα πανωφόρι, δυο ζευγάρια παπούτσια, μία λιτή γκαρνταρόμπα.
Δεν υπήρχε fast fashion ή δυνατότητα να φοράνε συνέχεια ρούχα καινούργια, πόσο μάλλον σε ένα απομακρυσμένο νησί.
Οι άνθρωποι επίσης δεν ήταν λουστραρισμένοι, ειδικά οι άνθρωποι της εργατιάς και των κατώτερων τάξεων έφεραν την κούραση και στην εικόνα τους.
Και φυσικά η Ηλέκτρα που κυκλοφορεί με ένα ημιδιάφανο φόρεμα, ιδιαίτερα αποκαλυπτικό, δεν συνάδει με τα ήθη εκείνης της εποχής που ήταν άκρως συντηρητικά. Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για τη σύζυγο του δημάρχου, όχι για μία γυναίκα ελευθεριάζουσα ή τυχαία.
Για να περάσουμε στα θετικά της σειράς, οι χώροι είναι ωραίοι. Η σειρά είναι μία δυνατή παραγωγή, κάποιες λεπτομέρειες πολύ προσεγμένες.
Για παράδειγμα το χύμα κρασί από το παντοπωλείο ήταν κάτι σύνηθες τότε, καθώς τα συσκευασμένα και υψηλή τιμή είχαν και δεν κυκλοφορούσαν ευρέως στην αγορά.
Οι εξωτερικοί χώροι, πέρα από τη μικρή παρατήρηση που αναφέρουμε πιο πάνω, σε γενικές γραμμές έχουν την αγνότητα μιας άλλης εποχής, κάτι που δείχνει ότι έγινε εξαιρετικό ρεπεράζ για την επιλογή τους.
Το δράμα κλιμακώνεται με μέτρο και αυτό είναι στα θετικά της σειράς καθώς δεν πέφτει σε υπερβολικούς μελλοδραματισμούς φθηνής σαπουνόπερας αλλά κρατά επίπεδο και απελευθερώνει το συναίσθημα σταδιακά.
Σίγουρα η Ηλέκτρα είναι μία σειρά ππου θα συζητηθεί έντονα, μία από τις δυνατές παραγωγές της σεζόν και ναι, θα την ξαναδώ σίγουρα και για τη νοσταλγία μίας άλλης εποχής αλλά και λόγω της ιστορίας που έχει κάτι από παλιοκαιρίστικο ρομάντζο εκπέμποντας ξεχωριστή γοητεία.
Ηλέκτρα: Η ιστορία…
1972. Νήσος Αρσινόη. Η Ηλέκτρα (Έμιλυ Κολιανδρή), μια γυναίκα εγκλωβισμένη στους ρόλους που άλλοι διάλεξαν για εκείνη, της καλής κόρης, συζύγου και μάνας, ασφυκτιά στην κλειστή νησιωτική κοινωνία.
Παντρεμένη με τον -κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό της- δήμαρχο της Αρσινόης, Σωτήρη Βρεττό (Τάσος Γιαννόπουλος), η Ηλέκτρα έχει βαφτίσει την υποταγή καθήκον και την καταπίεση εγκαρτέρηση.
Αναζητεί καθημερινά τις λίγες στιγμές ελευθερίας που της προσφέρει μια βουτιά στο ποτάμι και μια βόλτα με το άλογό της, μέχρι τη στιγμή που συναντιέται με το πεπρωμένο της.
Ο Παύλος Φιλίππου (Αποστόλης Τότσικας), ένας γοητευτικός και μυστηριώδης άντρας, καταφθάνει στην Αρσινόη για ν’ αναλάβει τη θέση του καθηγητή μαθηματικών στο γυμνάσιο του νησιού.
Η Ηλέκτρα νιώθει ότι αυτός ο άντρας κρατάει το κλειδί της ελευθερίας της. Η ελευθερία, όμως, έρχεται πάντα μ’ ένα τίμημα.
Ακόμα κι αν η Ηλέκτρα κατορθώσει να σπάσει τα δεσμά της φυλακής της, δεν μπορεί να ελευθερωθεί από το παρελθόν της…
Οι εφιαλτικές μνήμες της ξυπνούν με την επιστροφή του Νικόλα Βρεττού (Θανάσης Πατριαρχέας) στο νησί και ένα καλά κρυμμένο μυστικό κινδυνεύει ν’ αποκαλυφθεί.
Η Ηλέκτρα θ’ αναμετρηθεί με το παρελθόν της αλλά και με τα όρια της ελευθερίας της και θα γράψει, έτσι, το πιο ιδιαίτερο και σκοτεινό κεφάλαιο στο ημερολόγιο της ζωής της.
«Ό,τι γράφει η μοίρα μελανό, ο ήλιος δεν τ’ ασπρίζει».
Παίζουν:
Έμιλυ Κολιανδρή (Ηλέκτρα), Αποστόλης Τότσικας (Παύλος Φιλίππου), Τάσος Γιαννόπουλος (Σωτήρης Βρεττός), Κατερίνα Διδασκάλου (Δόμνα Σαγιά), Γιώργος Συμεωνίδης (Στέργιος Σαγιάς), Λουκία Παπαδάκη (Τιτίκα Βρεττού), Αλέξανδρος Μυλωνάς (Πέτρος Βρεττός), Θανάσης Πατριαρχέας (Νικόλας Βρεττός), Νεφέλη Κουρή (Κατερίνα), Ευαγγελία Μουμούρη (Μερόπη Χατζή), Δανάη Λουκάκη (Ζωή Νικολαΐδου), Δρόσος Σκώτης (Κυριάκος Χατζής), Ειρήνη Λαφαζάνη (Δανάη), Όλγα Μιχαλοπούλου (Νεφέλη)
Συντελεστές:
Σενάριο: Μαντώ Αρβανίτη, Θωμάς Τσαμπάνης
Σκηνοθεσία: Βίκυ Μανώλη
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Παπανδρικόπουλος, Γιάννης Μάνος
Ενδυματολόγος: Έλενα Παύλου
Σκηνογράφος: Κική Πίττα
Οργάνωση παραγωγής: Θοδωρής Κόντος
Εκτέλεση παραγωγής: JK PRODUCTIONS – ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ, Παραγωγή: ΕΡΤ