Περιεχόμενα
Η πρεμιέρα του σίριαλ «Η Μάγισσα» ήταν πολυαναμενόμενη -τουλάχιστον στα χαρτιά, αφού στην πραγματικότητα η πρεμιέρα της σειράς δεν ξεπέρασε το 20% στα εμπορικά κοινά. Η ταμπέλα της «πιο ακριβής παραγωγής στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης» δεν έπεισε τους τηλεθεατές να την κάνουν και νικήτρια της ζώνης της ούτε και τη δεύτερη ημέρα προβολή της, αφού το αντίπαλον δέος, «Ο Σασμός» κατέκτησε την κορυφή της Prime Time (21,9% έναντι 17,5& στα εμπορικά κοινά, 24,4% έναντι 13,2% στο σύνολο).
Φαίνεται πως ο ΑΝΤ1 δοκιμάζει το «φαρμάκι που ετοίμαζε για τους άλλους» καθώς τοποθέτησε τον πήχη τόσο ψηλά, που κανένα ελληνικό πρόγραμμα δεν έχει αγγίξει ποτέ. Οι υψηλές προσδοκίες από το πρώτο trailer που θύμιζε το King’s Landing και τις οικογένειες των Lannnister και τον Starck του Game of Thrones, έκαναν πολλούς τους συμπαθούντες του εγχειρήματος.
Άλλοι, μαζί με αυτούς κι εμείς είναι η αλήθεια, χλεύασαν το εξώφθαλμο «κόπι πάστε» του τρέιλερ, όπως θα έλεγε και ο σ. Πολάκης, ειδικά το eye roll της -κατά τα άλλα υπέροχης από κάθε άποψη- Έλλης Τρίγγου. Έτσι, οι επικριτές του σίριαλ «Η Μάγισσα» έγιναν πολύ ζωηροί και αιχμηροί στα social media.
Το buzz που δημιούργησε ο ΑΝΤ1 για τη Μάγισσα, όμως, φαίνεται πως του γύρισε μπούμερανγκ, με πύρινα έως χλευαστικά άρθρα, με επιχειρήματα πότε πειστικά και πότε αστεία, φανερώνοντας από την άλλη μια έλλειψη στην κουλτούρα της κριτικής.
Μάγισσα: Ένα σενάριο που ρέει…
Το σενάριο της σειράς έχει μια αναμφισβήτητη δυναμική, ειδικά στο πρώτο επεισόδιο, χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία για να κεντρίσει το ενδιαφέρον των τηλεθεατών: Παρουσιάζει το σύνολο σχεδόν των χαρακτήρων, ξεχωρίζει φαβορί από αουτσάιντερ και παρουσιάζει τα κλασικά δίπολα που θα αναπτυχθούν στην ιστορία (Λάσκαρης-Γερακάρης, Μεταξία-Θεοφανώ).
Βέβαια, τα «οχήματα» της εξέλιξης είναι συνηθισμένα -όχι όμως και παρωχημένα. Μοιάζει δομημένο για καθημερινή σειρά. Ωστόσο, δεν υπάρχουν «άλματα», ενώ η ροή και η εναλλαγή συναισθημάτων λειτουργεί ολόσωστα.
Μολαταύτα, στην προσπάθεια να εμπλακεί γρήγορα ο τηλεθεατής με τις ιστορίες, οι σεναριογράφοι απορρίπτουν το υπονοούμενο και δεν ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν περισσότερο μυστήριο… Για παράδειγμα, η υπόνοια πως ο Γερακάρης (Τάσος Νούσιας) υποδαυλίζει την κόντρα του πεθερού του, Λάσκαρη, με τους Μπραϊτάνους. Δύο σκηνές αργότερα έρχεται η επιβεβαίωση, χωρίς κανέναν προφανή λόγο.
Αντ’ αυτού, επιδιώκεται ο εύκολος εντυπωσιασμός. Ο Γερακάρης για παράδειγμα και συστήνεται στο κοινό κάτω από ένα σεντόνι, κάνοντας αιδοιολειχία στη σύζυγό του. Όσο εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς αν όντως επιδίδονταν στο συγκεκριμένο σπορ όχι απλά οι άντρες της εποχής, αλλά οι πειρατές, τόσο άμεση θα είναι και η αρνητική απάντηση.
Εντυπωσιασμό προσδίδει και η επιλογή της γλώσσας στη Μάγισσα: Ενώ έχει επιλεγεί να μιλούν σύγχρονα Ελληνικά, εν τούτοις, υπάρχει χρήση και λέξεων που χρησιμοποιούνταν τότε, ειδικά όταν πρόκειται για βρισιές.
Αυτό όμως, κάνει τις συγκεκριμένες αυτές λέξεις να ακούγονται παράταιρες: Το «σκυλί» που χρησιμοποιείται κατά κόρων στην εξύβριση, είναι μια λέξη που συναντάται στα κείμενα της εποχής -όποιος έχει διαβάσει τα Απομνημονεύοντα του Μακρυγιάννη το κατανοεί. Είναι δεδομένο πως οι πειρατές θα βρίζουν -δεν απαιτούνταν μεταπτυχιακό από Σορβόννη για να γίνεις τότε επιτυχημένος πειρατής. Για να μην αναφερθούμε στον Καραϊσκάκη.
Μάγισσα: Μια εκτέλεση που κολλάει…
Μπορεί το σενάριο να ρέει, με τις όποιες υπερβολές, ωστόσο η εκτέλεση πάσχει. Η σκηνοθεσία μοιάζει προβληματική γιατί τα υλικά είναι προβληματικά ή έστω, δεν «λειτουργούν» ακόμη. Ίσως στα επόμενα επεισόδια, όταν θα «δέσουν» περαιτέρω όλοι οι συντελεστές, το αποτέλεσμα να είναι πιο ικανοποιητικό.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τις ερμηνείες των ηθοποιών, οι οποίες φαίνεται πως είναι δύο κατηγοριών: Στην πρώτη, ανήκουν οι ερμηνείες των πρώτων ονομάτων -όχι όλων βέβαια, οι οποίες είναι αντάξιες της καριέρας τους. Ο Νίκος Ψαρράς και η Κατερίνα Λέχου δίνουν όγκο και προσδίδουν ατμόσφαιρα με την υποκριτική δεινότητά τους. Η Μάγισσα, όμως, έχει κι άλλα βαριά χαρτιά που ακόμη δεν έχουν ξεδιπλώσει όλες τις πτυχές του ταλέντου τους.
Ο Τάσος Νούσιας μοιάζει ακόμη εγκλωβισμένος στο αρχέτυπο των «πειρατών» -είναι και αυτό το τσιγκελωτό μουστάκι που δεν τον βοηθάει να πάρει μπροστά. Ο Γιώργος Γάλλος, είναι ένας ακόμη ηθοποιός από τον οποίον θα δούμε καλύτερα πράγματα στα επόμενα επεισόδια, αφού μέχρι στιγμής μοιάζει να μην έχει βρει την κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στον «ευγενής αρχηγός-πολέμαρχος».
Δεν έψαξα να βρω κανένα ψεγάδι για την Έλλη Τρίγγου (Η Μάγισσα), γιατί θα γινόμουν γραφικός. Αποδίδει πειστικά τον ρόλο της καταφρονημένης και σοκαρισμένης -με τις «σκοτεινές» ιδιότητες που διαθέτει, δούλας.
Πάμε και στα δύσκολα για τη Μάγισσα: Στη δεύτερη κατηγορία, αυτής των μέτριων ερμηνειών, ανήκουν οι νέοι ηθοποιοί και κάποιοι βοηθητικοί ρόλοι. Αυτοί δεν έχουν καταφέρει να «συναντηθούν» ακόμη, ίσως και επειδή δεν υπάρχει κάποιους «μπαρουτοκαπνισμένους» να δώσει ρυθμό και πλαίσιο. Ένα αδύναμο στοιχείο που μπορεί να εντοπιστεί σε μια μεγάλη πλειοψηφία των ηθοποιών είναι και η φωνή. Πραγματικά, θα πρέπει να παιδευτούν με αυτήν την πολύ σημαντική παράμετρο.
Όαση, ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος (Δελής Μόφορης), ο κουρσάρος – γίγαντας που αποδίδει εξαιρετικά τον ρόλο και βοηθάει με την παρουσία του το αφήγημα.
Υπάρχει και ένα πρόβλημα σε ό,τι αφορά τη διανομή. Η Αναστασία (Στεφανί Καπετανίδη) μοιάζει να διαθέτει ένα σπάνιο γονίδιο νεότητας που δεν τον πέρασε στον γιο της, Μάρκο Λάσκαρη (Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης). Έτσι, οι δυο τους, μοιάζουν περισσότερο με αδέλφια.
Πάμε και στα πιο δύσκολα. Χωρίς να θέλω να γίνω «Κασσάνδρα», μου μοιάζει πως οι σκηνές μάχης θα χρησιμοποιούνται εν ευθέτω χρόνο ως meme στα social media, για να περιγράφουν κάποια «σάπια μονομαχία». Είναι τόσο grotesque που θα αγαπηθούν όσο και οι βιντεοκασέτες από τους cult lovers.
Η αδυναμία των Ελλήνων ηθοποιών στις τεχνικές αυτές -είτε μάχες με σπαθιά, είτε σωματικές, θα έπρεπε να είχε εντοπιστεί εδώ και καιρό και να υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι για να τους εκπαιδεύουν.
Μάγισσα: Bloopers και άλλα…
Υπάρχει μια σειρά επιλογών που κάνει τη Μάγισσα να χάνει την αξιοπιστία της. Τα περισσότερα από αυτά θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, αν οι χρόνοι γυρισμάτων αντιστοιχούσαν σε εκείνους του εξωτερικού.
Για παράδειγμα, πόσο δυνατόν είναι ένας μαύρος σκλάβος, που από ό, τι φαίνεται είναι Αφρικανός, να μιλάει αγγλικά;
Υπήρχε στη Μάνη κουρσάρος Βίκινγκ, αλά Ράγκναρ Λόθμπροκ;
Γιατί πρέπει να φοράει eyeliner ο Πειρατής Σπήλιος Γερακάρης (Τάσος Νούσιας), να έχει τσιγκελωτό μουστάκι και να θυμίζει καρικατούρα αποκριάτικης στολής;
Στο πλαίσιο Jumbo μπορεί να ενταχθούν τα props -ειδικά τα σπαθιά.
Δύσκολα κάποια από τις προ-προ-προγιαγιάδες μας να φορούσε ντεκολτέ στη βάφτιση του προ-προπάππου μας.
Αυτό που οι δύο οικογένειες παίρνουν πρωινό σαν διαφήμιση ΒΙΤΑΜ, μοιάζει λίγο παράταιρο για Ελληνική οικογένεια στην Τουρκοκρατία.