Έχω εκφράσει στο παρελθόν μέσα από πολλά κείμενα την ενόχλησή μου ως προς τον τρόπο που λειτουργεί η μυθοπλασία στην ελληνική τηλεόραση, οι παραγωγές δηλαδή, με τα τόσα πολλά επεισόδια που ακυρώνουν το ταλέντο των ηθοποιών τους. Ο Σασμός είναι από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις και με το φινάλε του έβγαλε τη συγκίνηση σε όσους το έβλεπαν για τρία χρόνια, αλλά προκάλεσε και μια ανακούφιση που δεν θα έχουμε τέτοιο ρεσιτάλ κριντζιάς στην τηλεόραση.
Αν και, το ξέρω, πάντα θα βρεθεί κάτι καινούργιο για να πάρει τη σκυτάλη, όπως ο Σασμός την πήρε από τις Άγριες Μέλισσες, όπως οι Άγριες Μέλισσες την πήραν από το Τατουάζ και πάει λέγοντας.
Δεν έχω δει πολλά επεισόδια της σειράς. Δεν θεωρούμαι καν περιστασιακός τηλεθεατής. Πρέπει να έχω δει 4-5 ξέμπαρκα επεισόδια στην πρώτη σεζόν, 2-3 στη 2η και από την 3η μόνο το χθεσινό, το φινάλε. Δεν είναι επαρκής αριθμός, θεωρητικά, για να κριθεί μια σειρά. Μόνο που είναι επαρκής αριθμός, διότι ο λόγος που είδα τόσα επεισόδια, δεν είναι ότι δεν προλάβαινα ή κάτι τέτοιο, είναι ότι η σειρά με έδιωχνε.
Οκ, προφανώς και εγώ, ένας άνθρωπος που βλέπει πολύ αμερικάνικες σειρές και Netflix, δεν είναι το κοινό που θέλουν σειρές όπως ο Σασμός. Ο Σασμός απευθύνεται στους 45 και άνω αν μιλάμε για ανθρώπους που ζουν στην επαρχία και στους 55 και άνω αν μιλάμε για ανθρώπους που ζουν σε μεγάλες πόλεις. Ο λόγος είναι προφανής. Στην επαρχία οι άνθρωποι έχουν λιγότερα πράγματα να κάνουν, άρα η τηλεόραση είναι μια καλή συντροφιά, ό,τι και να παίζει, ενώ στις μεγάλες πόλεις δεν ισχύει αυτό. Ο Σασμός και τέτοιες σειρές δεν είναι επιλογή για ανθρώπους που παρακολουθούν σειρές με κριτική ματιά, αλλά για ανθρώπους που θέλουν απλά κάτι να παίζει στην τηλεόραση.
Μπορεί να ακούγομαι πολύ σκληρός, αλλά δεν είμαι ο μόνος που έχει τέτοια άποψη. Οι συνθήκες με τις οποίες έγινε ο Σασμός, με 500 επεισόδια σε 3 σεζόν, αφαίρεσε όποια ερμηνευτική ικανότητα έχουν οι ηθοποιοί του, σκότωσε τη φαντασία των σεναριογράφων του και απλά ικανοποίησε την παραγωγή και τον ALPHA για τα νούμερα που έκανε.
Στο φινάλε είδα την επιτομή όλων αυτών. Αναρωτιόμουν αν ηθοποιοί που έχω χειροκροτήσει θερμά στο θέατρο, είναι οι ίδιοι με αυτούς που έβλεπα στο τελευταίο μεγάλο επεισόδιο. Σημαντικό ρόλο στο πώς είδα τη σειρά, έπαιξε και το ότι μέσα σε κοντά 3 ώρες που ήταν το φινάλε, μέτρησα σίγουρα 8 διαλείμματα για διαφημίσεις, διάρκειας 5 λεπτών. Αυτό με κούρασε αρκετά ώστε να διατηρήσω κάπως την προσοχή μου προς τη σειρά και την προσπάθειά μου να υπερκεράσω τους διαλόγους που ήταν κατά βάση κλισέ και αστείοι.
Για μια σειρά που περιλαμβάνει την ακόλουθη σκηνή και που στο παρελθόν έχουμε δει πολλές σεναριακές ανακολουθίες, το φινάλε ήταν, μάλλον, αντάξιο της, ειδικά της 3ης σεζόν που αρκετοί φανατικοί τηλεθεατές δεν ήθελαν να την βλέπουν και την έβλεπαν μόνο και μόνο επειδή είχαν επενδύσει τόσες ώρες.
Κόβω το χέρι μου ότι ο ίδιος ο Λάλος και το υπόλοιπο καστ, όταν είδαν αυτή τη σκηνή, θα κοκκίνισαν και θα πέρασε από το κεφάλι τους η σκέψη «σε τι σειρά συμμετέχω;». Και δεν είναι η μόνη τέτοια σκηνή σε τόσα επεισόδια. Είναι βέβαια και λογικό κάποιες σκηνές να πηγαίνουν στον κατήφορο σε οργανωτικό επίπεδο και να επιστρατεύονται τέτοιες επιλογές.
Ο Σασμός άφησε μια δηκτικά αστεία τελευταία εικόνα
Αλλά όχι και στο φινάλε. Εκεί όπου είδαμε στο γλέντι γάμου του Αστέρη Σταματάκη και της Αργυρούς Βρουλάκη, ένα τραπέζι με τους 5 ανθρώπους που σκοτώθηκαν για τη βεντέτα των δύο οικογενειών και τον παπά του χωριού να πηγαίνει εκεί και να τους πιάνει στους ώμους. Αλήθεια, γιατί δεν ήταν κι ο Πετρής στο τραπέζι, αφού τους αναστήσατε όλους;
Εκεί κορυφώθηκε η κριντζιά, η οποία είχε υφανθεί στα προηγούμενα λεπτά, εκεί όπου δε βλέπαμε το γλέντι γάμου των δύο χαρακτήρων, αλλά ένα γλέντι αποχαιρετισμού για τους συντελεστές της σειράς Σασμός, που ήταν σαν crossover με το Στην Υγειά Μας.
Θέλω να ελπίζω πως αυτή η συσσώρευση κακών διαλόγων και πρόχειρων ερμηνειών δεν ήταν ο κανόνας στον Σασμό, μια ελπίδα που μου την προσφέρουν η Μαριλίτα Λαμπροπούλου, ο Ήμελλος, η Τζομπανάκη, ο Μάινας και η Πρωτόπαππα κατά βάση, αλλά δεν την βλέπω και πολύ ισχυρή, αφού αυτό ήταν το κύριο στοιχείο που με απώθησε από το να βλέπω τακτικά τη σειρά.
Ο Σασμός προφανώς και δεν θα κριθεί ως τηλεοπτικό αποτύπωμα από μένα, είχε ένα μεγάλο αριθμό κοινού να παρακολουθεί τη σειρά και να στενοχωριέται με το φινάλε της, αλλά να κατανοεί και πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου.
Αν πάντως το φινάλε είναι η πιο έντονη ανάμνηση, τότε τα τελευταία 3-4 επεισόδια τοποθετούν τον Σασμό ως μια σειρά αντιστρόφως ανάλογου μεγέθους σε σχέση με την τηλεθέασή που είχε για 3 χρόνια.
ΥΓ. Τουλάχιστον ακούσαμε πολλά ωραία τραγούδια σε αυτά τα 3 χρόνια κι ευτυχώς που υπάρχει το Spotify για να τα ακούσω, χωρίς να χρειαστεί να δω τη σειρά.