Βρισκόμαστε κάπου στα μέσα του 2000. Αν είσαι γύρω στα 18 και μένεις στο Παγκράτι, τότε βγαίνεις στην Υμηττού, στις καφετέριες. Πας Transit, πας εκεί όπου η έννοια «ταυτότητα» μαγαζιού είναι άγνωστη. Ένα κράμα πραγμάτων, όλες ίδιες, με τον κόσμο να μεταλλάσσεται σε κάτι ίδιο.
Κι όπως είσαι στην Υμηττού, στη μία πλευρά, και κοιτάς απέναντι, πριν τα Village και το εμπορικό, βλέπεις μια πόρτα και μια επιγραφή. Πίσω από την πόρτα ένας total black χώρος, ένα κλαμπ. Τι δουλειά έχει ένα κλαμπ πάνω στην Υμηττού, μόνο του, σε έναν δρόμο που απέναντι έχει τόσες καφετέριες που το βράδυ το γυρίζουν σε κλαμπίσια φάση και βάζουν τέρμα τη μουσική;
Το Σιδεράδικο, δεν ξέρουμε ποιος είχε τη φαεινή ιδέα να το ανοίξει εκεί, αλλά πραγματικά έπιασε τζακποτ. Κάπου το 1996 πρωτάνοιξε το μαγαζί στο Παγκράτι και για περίπου 12-13 χρόνια, συγκέντρωνε όλη τη νεολαία της περιοχής. Το συνόδευε πάντα ένας μύθος, όσοι πηγαίναμε εκεί ως αγόρια, πιστεύαμε ότι θα μπλέξουμε ή ότι θα μας δουν και θα μας θεωρήσουν φοβερούς μάγκες οι «ντουλάπες» στην είσοδο και θα μας ανοίξουν την πόρτα, θα μας βάλουν στο καλύτερο τραπέζι και θα έχουμε ό,τι θέλουμε. Κλασικά, αφελή αγόρια με λίγα λόγια.
Απλά πιστεύαμε πως θα φανούμε περισσότερο μάγκες και λέγαμε ό,τι μας κατέβει.
Κάπου στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, εμφανίστηκαν οι κάγκουρες και το Σιδεράδικο έγινε το βασίλειό τους. Έβλεπες τα μαύρα κολλητά t-shirt με την επιγραφή De Puta Madre ή με μια φανταχτερή επιγραφή, μαλλί σηκωμένο καρφάκι να γυαλίζει, λες και το ‘χει γλείψει γελάδα, σκουλαρίκι αστραφτερό στο αυτί, μαύρο τζιν και μαύρο sneaker, με ένα τζιν ποτό ανά χείρας και λειτουργούσαν ως σκάνερ στον χώρο. Κοιτούσαν παντού γύρω και το ζούσαν λες και ήταν σε κάποιο γκέτο στη Νέα Υόρκη, στο Μπρούκλιν.
Το Σιδεράδικο έκανε το Παγκράτι να γεμίζει κάθε Παρασκευή και Σάββατο από παιδιά άβγαλτα στη νύχτα, που επειδή είχαν μόλις γίνει 18, νόμιζαν ότι το κλαμπ περίμενε αυτούς και τα 20-30 ευρώ που θα έδιναν για ποτό για να πάρει τα πάνω του.
Το Σιδεράδικο στο Παγκράτι ήταν αυτό που περιμένεις όταν το ακούς
Έπαιζε πολύ ελληνικά, την ελαφρολαϊκοπόπ μουσική της εποχής, δεν θυμόμαστε να ακούσαμε ποτέ εκεί μέσα κάτι άλλο, ίσως μόνο στο ξεκάρφωτο καμιά R ‘n’ B, αλλά σε σπάνιες εμφανίσεις, ο χόρος ήταν πολύ σκοτεινός και οι επιλογές σου σε ποτό ήταν 3-4. Ακόμα και οι μπάρμεν διέφεραν από την στυλιστική εικόνα των μπάρμεν σε άλλα κλαμπ της Αθήνας.
Το Σιδεράδικο ήταν ο ορισμός του πιο αταίριαστου μαγαζιού για το σημερινό Παγκράτι, αλλά απόλυτα ταιριαστό για το τότε Παγκράτι, όπου η αισθητική ήταν αρκετά χαμηλή. Τότε δεν ήταν το Παγκράτι των χίπστερ, αλλά του κάγκουρα. Κι ο κάγκουρας είχε ένα μοτίβο.
Κάποια στιγμή το κλαμπ έκλεισε, πέρασαν κανά 2 χρόνια, αν δεν κάνουμε λάθος, και άνοιξε πάλι στην Υμηττού. Και λειτουργούσε κανονικά σίγουρα μέχρι πριν την πανδημία. Μετά χάσαμε τα ίχνη του.
Ο λόγος που το θυμηθήκαμε, είναι γιατί πρόσφατα διαβάσαμε πως είχε ανοίξει στο Παγκράτι ένα μαγαζί Απλά, κλασικό ελληνάδικο, με live τραγουδιστές, και τον είχε τον κοσμάκη του. Ήταν στον ίδιο χώρο που κάποτε βρισκόταν το Σιδεράδικο. Ένα κλαμπ με όνομα πολύ ταιριαστό για τις περιστάσεις.
Δεν είναι, μάλλον, τυχαίο ότι το 2013 είχαμε και περιστατικό με πυροβολισμούς έξω από το μαγαζί, μετά από διένεξη ανάμεσα σε θαμώνες.
Κοιτώντας το από απόσταση, ίσως αυτό το κλαμπ να ήταν το Φαρ Ουέστ για το Παγκράτι! Και το όνομα κράτησε μαζί του μια μακρινή μια εποχή, όπου τα κλαμπ ζούσαν με τις λίστες και έβλεπαν κόσμο να μπαίνει χωρίς να δίνει ούτε ευρώ. Και στο Σιδεράδικο, όλοι είχαν έναν γνωστό που τους είχε στη λίστα. Φυσικά, κανείς δεν ήταν γνωστός με κανέναν…