Είναι ένα πιάτο που το όνομά του δεν σου γεννά μόνο εικόνα, δεν πυροδοτεί μόνο το στομάχι σου ή τους γευστικούς σου κάλυκες. Είναι ένα φαγητό που έχει συνθέσει σημαντικές στιγμές της παιδικής σου ζωής, που το έχεις ταυτίσει με τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή σου, γιαγιοπάππουδα, γονείς, ξαδέρφια, αδέρφια, με την ανεμελιά της πιο stress free περιόδου της ζωής σου. Κι όταν ακούς πως κάποιος θα το μαγειρέψει ή όταν το βλέπεις σε κάποια ταβέρνα, τότε γίνεσαι ξανά παιδί.
Γιουβέτσι. Αυτή είναι η μαγική λέξη. Κριθαράκι με μοσχαρίσιο ή χοιρινό κρέας στην κατσαρόλα ή, κυρίως, στη γάστρα, με κόκκινη σάλτσα, να ανυψώνονται οι ατμοί στον απορροφητήρα ή στον ουρανό αν είσαι σε χωριό και έχετε εξωτερικό φούρνο και κόκκινο κρασάκι. Αυτό είναι η εικόνα της ζωής που θέλουμε να έχουμε μετά τα 50 μας. Και πιο πριν δηλαδή, απλώς πριν τα 50 δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τις πιέσεις του βιοπορισμού.
Αυτό το μαγικό πιάτο λοιπόν, θέλει να είσαι μάστορας ή μαστόρισσα στο μαγείρεμα ή να το κάνεις καμιά 10αριά φορές, να κάνεις όλα τα λάθη τις πρώτες 9 και στη 10η να ξέρεις ακριβώς πως θα αναπλάσεις τη γεύση και την ανάμνηση της παιδικής σου ηλικίας. Δεν το πετυχαίνουν όλοι. Γι’ αυτό υπάρχουν τα εστιατόρια, οι ταβέρνες και σε μία γαστροταβέρνα βρήκαμε αυτό το πιάτο σε μια εξιδανικευμένη μορφή.
Η Στρίγγλα είναι μια από τις πολύ νέες αφίξεις στην εστίαση, δεν έχει ούτε 15 μέρες που άνοιξε, είναι ένα από τα 2 νέα πρότζεκτ (το έτερο στο Κουκάκι) του σεφ Θωμά Μάτσα (Alemagou στη Μύκονο, Pappu στο Περιστέρι), βρίσκεται στο Μαρούσι και εκεί μας έβγαλε ο δρόμος μας πριν μερικές μέρες, όπου πήγαμε απλά για να δούμε το μαγαζί, πήραμε τυχαία αυτό το πιάτο και ξεχάσαμε ό,τι άλλο φάγαμε.
Στο γιουβέτσι εδώ, θα βρεις short ribs, ιδανικά ψημένα, το κριθαράκι άρτια χυλωμένο, με τριμμένη φέτα από πάνω, σε πήλινο πιάτο να διατηρεί τη ζεστασιά του από τον φούρνο και θα ταξιδέψεις από τη μυρωδιά στο χωριό σου και από τη γεύση σε εκείνο το οικογενειακό τραπέζι στο εξοχικό, όπου σε τάιζε η μάνα σου και μετά από 2-3 μπουκιές έτρεχες να κλωτσήσεις μια μπάλα και φώναζες στον παππού και τη γιαγιά σου να σε δουν πόσο δυνατά την κλωτσάς. Κι εκείνοι ζητωκραύγαζαν.
«Παππού παππού, κοίτα τι γκολ έβαλα», έλεγες, σε κοιτούσε ο παππούς κι εκείνο το βλέμμα ήταν για σένα ο μεγαλύτερος θησαυρός της ζωής σου.
Ε, αυτο το γιουβέτσι δεν είναι φαγητό, είναι μια ιστορία, είναι μια αφήγηση, ένα τσακμάκι που ανάβει η φωτιά.
Τσέκαρε και τα υπόλοιπα πιάτα σε αυτή τη γαστροταβέρνα, όλα γέφυρα ένωσης του παραδοσιακού με το ελαφρώς πιο μοντέρνο, όχι εξτρίμ επιλογές, αλλά να μας συγχωρεί κι ο σεφ και όλοι, τα λόγια μας στερεύουν μπροστά σε αυτό το γιουβέτσι.