Περιεχόμενα
Το βράδυ του Σαββάτου βρέθηκα μετά από πάρα πολύ καιρό στο Γκάζι. Ίσως να έχουν περάσει 5-6 χρόνια από την τελευταία φορά που βγήκα βράδυ στην περιοχή για ποτό. Καθώς πήγαινα προς το μετρό, γύρω στη 1, είδα απέναντι μου ένα σουβλατζίδικο στο οποίο έχω περάσει πολλά βράδια της φοιτητικής μου ζωής, αλλά και κάποια στα 2-3 χρόνια μετέπειτα. Και συγκινήθηκα. Ήμουν μόνος. Και είπα ότι θέλω να θυμηθώ ξανά πως είναι να είσαι άνιωθος για το πώς θα ξυπνήσεις το επόμενο πρωί και να τρως κουρασμένος σε αυτό το θρυλικό μέρος.
Μπορεί να λογίζεται πια ως τέτοιο ο Κάνδαυλος. Είναι το θρυλικότερο σουβλατζίδικο στο κέντρο της Αθήνας για μένα. Ούτε Μπαϊρακτάρης, ούτε Σάββας, ούτε κανένα άλλο. Είναι ο Κάνδαυλος, ακριβώς γιατί προσέφερε έναν χώρο επιμήκυνσης μιας ωραίας βραδιάς για δεκάδες χιλιάδες φοιτητές.
Πραγματικά, δε θυμάμαι να περνούσε εβδομάδα στα 4 χρόνια της φοιτητικής μου ζωής που να μη μας έβρισκε ένα τουλάχιστον βράδυ να καθόμαστε στον Κάνδαυλο, να παίρνουμε δύο τυλιχτά ο καθένας και πατάτες για τη μέση και να προσπαθούμε να απορροφήσουμε με την πίτα και το κρέας το αλκοόλ που είχε κατακάτσει στο στομάχι μας.
Όλοι γνωρίζουμε τη φάση αυτή που είσαι φοιτητής, ειδικά στα δικά μου χρόνια που ήταν στην καρδιά της κρίσης, έχεις ένα μπάτζετ 30 ευρώ και κρατάς ένα 5ευρω γιατί ξέρεις πως θα το καταθέσεις εκεί στο τέλος της βραδιάς. Και τα 25 ευρώ έχουν γίνει μια θάλασσα τοξίνης στο στομάχι, ενώ τα 5 ευρώ έρχονται ως σωτήρας για να σε ηρεμήσουν. Και να απολαύσεις σαφώς.
Με 5 ευρώ έτρωγες βασιλικά σε αυτό το σουβλατζίδικο
Οκ, δεν θα υποστηρίξω πως ο Κάνδαυλος έχει το καλύτερο σουβλάκι στην Αθήνα. Σίγουρα έχουμε γευτεί και καλύτερα και χειρότερα όλοι μας. Αυτό που μπορώ να πω όμως είναι ότι με 5 ευρώ είχες πάρει δύο τυλιχτά και το δεύτερο δεν άντεχες να το φας ολόκληρο γιατί είχες φουσκώσει. Ο λόγος είναι ότι είχε πάντοτε τη φιλοσοφία πως δεν κάνουμε τσιγκουνιές. Πάντα η πίτα ήταν μεγάλου μεγέθους και την γέμιζε με πατάτες και γύρο. Πατάτες πιστεύω βάζει διπλάσιες από κάθε άλλο στην Αθήνα, ίσως και μια μερίδα σε κάθε τυλιχτό. Γι’ αυτό και κόστιζε τότε 2.5 ευρώ.
Τώρα, με τις τόσες αυξήσεις, το ότι αυτό το τυλιχτό είναι στα 3.5 ευρώ, είναι ως και θαύμα. Εγώ δε, που δεν τρώω κρέας, πήρα δύο τυλιχτά με σος-πατάτα και έδωσα 5.40. Άρα, 14 χρόνια μετά, με τόσες ανατιμήσεις, με σχεδόν το ίδιο ποσό, μπόρεσα να χορτάσω εξίσου.
Αυτό που με εξέπληξε σε αυτό το σουβλατζίδικο είναι ότι δεν είδα πολλές αλλαγές σε σχέση με το τότε. Ίσως λίγο λιγότερος κόσμος, αφού θυμάμαι τότε η ουρά να είναι τεράστια, όπως και η αναμονή για να κάτσεις, αλλά και τώρα παραμένει τόπος κατάληξης για όσους φεύγουν από τα γύρω μπαρ. Γι’ αυτό και η βραδινή βάρδια του Σαββάτου είναι η πιο απαιτητική. Τότε μάλιστα, ήταν ανοιχτό 24/7, τώρα δεν ξέρω αν το κρατάει ακόμα αυτό.
Ίδια κι απαράλλακτη είναι και η σος που βάζει, κάτι που δεν το συναντάς εύκολα σε σουβλατζίδικο. Θυμάμαι αρκετές φορές να έχω σταθερά ένα σουβλατζίδικο που παίρνω, να αλλάζει μια μέρα τη σος του και να ξενερώνω τόσο ώστε να αναζητάω το επόμενο σουβλατζίδικο που θα γίνει η comfort επιλογή μου.
14 χρόνια σκεπάζει με τις φτερούγες του τον ξενύχτη φοιτητή
Στον Κάνδαυλο τη διαφύλαξαν τη συνταγή σαν κόρη οφθαλμού και η γεύση που ένιωσα στο στόμα μου, ήταν η ίδια που είχα πρωτονιώσει το 2010, όταν έκατσα για πρώτη φορά, μαζί με 10 περίπου συμφοιτητές μου, τότε που πρωτογνωριζόμασταν μεταξύ μας, που είχαμε αυτή την κάψα της νεότητας, που θέλαμε να κατακτήσουμε τον κόσμο και πιστεύαμε στην ψευδαίσθηση, που τρώγαμε όλοι μαζί την πρώτη μπουκιά, πασαλειβόμασταν με τη σος και με τα μάτια μας ξέραμε ότι περάσαμε όμορφα και μας περιμένουν τα επόμενα όμορφα.
Όσο μεγαλώνουμε οι άνθρωποι, αρχίζουμε να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα με τόσες απαιτήσεις, ώστε ξεχνάμε πως στο τέλος της ημέρας όλα είναι αναμνήσεις, όλα σου αφήνουν μια μνήμη που θα την φυλάς και φιλάς στα επόμενα χρόνια.
Αυτό το σουβλατζίδικο δεν το έχω τόσο ψηλά στην καρδιά μου γιατί έφαγα ό,τι καλύτερο υπάρχει στον πλανήτη. Αλλά γιατί μου έδωσε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο έδινα παράταση σε ωραίες βραδιές, ξέφευγα από τον ύπνο, απομυζούσα τη νεότητα μου, έβλεπα λίγο παραπάνω μέσα στην ανεμελιά της νύχτας τα μάτια φίλων, τα πρόσωπα κοριτσιών που ερωτεύτηκα.
Κι αυτός είναι ένας λόγος που η νοσταλγία μου δεν με κρατάει δέσμιο όπως σε άλλες περιπτώσεις. Δεν θυμάμαι όλες τις στιγμές στον Κάνδαυλο γιατί θέλω να επιστρέψω σε αυτές. Τις θυμάμαι γιατί μου αρέσει να θυμάμαι το όμορφο. Και το σουβλάκι του ήταν ένας μίτος που ξετύλιγε την προσωρινή μας ανάπαυση μέχρι να μπούμε στο μετρό που θα άνοιγε σε μια ώρα, τροφοδοτούσε την ανάγκη μας να φιλοσοφήσουμε μετά από 4 ώρες σε ένα μπαρ με δυνατό ήχο που είχε κατακλύσει το κεφάλι μας.
Αυτό το σουβλατζίδικο ήταν για πολλούς φοιτητές το σημείο της ολοκλήρωσης, εκεί που σφραγιζόταν το Ωραίο. Ελπίζω πως διατηρεί αυτόν τον χαρακτήρα του. Σίγουρα, διατηρεί το σουβλάκι του!
* Κάνδαυλος, Περσεφόνης 47, Γκάζι, 2103424725