Η Moody’s ανακοίνωσε το βράδυ της Παρασκευής ότι διατηρεί την πιστοληπτική αξιολόγηση Βa3 αναβαθμίζοντας τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές.

Επισημαίνεται ότι ο οίκος διατηρεί την Ελλάδα τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, σε αντίθεση με Fitch και S&P που έχουν αναβαθμίσει τη χώρα σε επίπεδα ΒΒ+, μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.

Υπενθυμίζεται ότι η Fitch στις 28 Ιανουαρίου είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε ΒΒ+ από ΒΒ φέρνοντας τη χώρα μας μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική, θέτοντας παράλληλα σταθερό outlook. Η S&P είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε BB+ με σταθερό outlook στις 22 Απριλίου.

Οπως αναφέρει ο οίκος, οι βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση του outlook σε θετικό είναι η προοπτική μιας περιόδου υψηλότερης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ σε σχέση με την περασμένη δεκαετία, εν μέρει ως αποτέλεσμα βελτιώσεων στη διακυβέρνηση και αποτελεσματικών μεταρρυθμίσεων στους τομείς της οικονομίας και των τραπεζών, που αποδίδουν εμφανώς καρπούς. Μαζί με τη συνεχιζόμενη δέσμευση για ισχυρή δημοσιονομιήκ θέση και την εφαρμογή μέτρων, η μεγαλύτερη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα συμβάλει σε σημαντική μείωση του χρέους της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.

H επιβεβαίωση του rating αντανακλά την ισορροπία μεταξύ των βελτιώσεων σε πολλούς τομείς του πιστωτικού προφίλ της Ελλάδας και των προκλήσεων που παραμένουν. Ειδικότερα, περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στους τομείς της δικαιοσύνης, της εκπαίδευσης, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των αγορών εργασίας θα υποστήριζαν μια υψηλότερη αξιολόγηση. Επιπλέον, το χρέος παραμένει υψηλό και στηριζόμενο από τον επίσημο τομέα.

Η ανάπτυξη

Τα επόμενα χρόνια, το ελληνικό ΑΕΠ θα στηριχθεί από τις επενδύσεις, τόσο ιδιωτικές όσο και μέσω ΕΕ. Σε συνδυασμό με την επίπτωση ολοκληρωμένων μεταρρυθμίσεων – που αντανακλώνται για παράδειγμα στο βελτιωμένο επιχειρηματικό περιβάλλον – και τη συνέχιση των δομικών μεταρρυθμίσεων, αυτό αναμένεται να ενισχύσει την πιθανή ανάπτυξη σε επίπεδα 2-3% την επόμενη πενταετία, υποστηρίζοντας και τη μακροχρόνια ανάπτυξη.

Η Ελλάδα έχει ανακάμψει γρήγορα από την πανδημία και έχει διαχειριστεί καλά την ενεργειακή κρίση, επιδεικνύοντας ανθεκτικότητα. Η Moodys προβλέπει ότι η ανάπτυξη στη χώρα θα κυμανθεί στο 1,8% περίπου το 2023 και το 2024, με βασικούς οδηγούς την κατανάλωση και την διατήρηση αυξημένων επενδύσεων.

Επιπλέον, μέσω του Τακεμίου Ανάκαμψης η Ελλάδα θα έχει πρόσβαση σε επιδοτήσεις και δάνεια ύψους 30,5 δισ. ευρώ (ή το 18% του ΑΕΠ του 2021) . Τα κεφάλαια αυτά σε συνδυασμό με τις τακτικές εισροές από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό θα υπερδιπλασιάσουν τις δημόσιες επενδύσεις σε 14 δισ. ευρώ ετησίως την περίοδο 2023-6. Ο οίκος εκτιμά τη θετική επίπτωση στο ΑΕΠ στις 0,4 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως έως το 2030.

Σε συνδυασμό με έναν ήπιο αλλά θετικό πληθωρισμό, όταν υποχωρήσει το σοκ των ενεργειακών τιμών, η Moody’s προβλέπει την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ σε επίπεδα 4-6% τα επόμενα χρόνια, έναντι επιπέδων κάτω του 2% την προηγούμενη δεκαετία.

Οι τράπεζες

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΝΡΕ) το 2021 και το 2022 κυρίως με τιτλοποιήσεις μέσω του Ηρακλή. Η Moody’s εκτιμά το μέσο σταθμισμένο στο ενεργητικό δείκτη ΝΡΕ για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες στο 6,3% του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων το Δεκέμβριο του 2022, υποχωρώντας περαιτέρω από τα επίπεδα 9,1% στα τέλη του τρίτου τριμήνου, και σε σχέση με το υψηλό του 49% τον Δεκέμβριο του 2016.

Τα περιθώρια κερδοφορίας και τα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών θα ενισχυθούν από τα υψηλότερα επιτόκια και τις νέες χορηγήσεις, που θα μετριάσουν την επίπτωση από τις πωλήσεις ΝΡΕ που μείωσαν τα χαρτοφυλάκια χορηγήσεων τα τελευταία χρόνια. Η Moody’s εκτιμά ότι θα βελτιωθεί η συνολική κερδοφορία των τραπεζών, υποστηριζόμενη και από τα υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, τον περιορισμό του κόστους και τις μέτριες προβλέψεις τους επόμενους 12-18 μήνες. Η βελτιωμένη κερδοφορία θα στηρίξει την τραπεζική παραγωγή κεφαλαίων παρά την προοπτική μέτριων πληρωμών μερισμάτων το 2024.

Το χρέος

Η πιο ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θέτει τις προϋποθέσεις για να μειωθεί αισθητά το δημόσιο χρέος της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια. Επιπλέον, η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα, υποβοηθούμενη από την οικονομική ανάκαμψη και τη δημοσιονομική εξυγίανση, θα μειώσουν επίσης το βάρος του χρέους.

Μεταξύ 2021 και 2023, η Moody’s προβλέπει για τη χώρα μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις του χρέους όλων των αξιολογημένων κρατών και τη μεγαλύτερη μεταξύ των προηγμένων οικονομιών και των μελών της ζώνης του ευρώ, με το δημόσιο χρέος να μειώνεται στο 162% του ΑΕΠ το 2023 από 194,5% το 2021 . Συνολικά, το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ θα πρέπει να μειωθεί σε λιγότερο από το 150% του ΑΕΠ έως το 2026.

Η Moody’s εκτιμά ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας μειώθηκε σημαντικά πέρυσι, στο 3,2% του ΑΕΠ από 7,5% το 2021. Για το 2023, η Moody’s προβλέπει περαιτέρω βελτίωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο -1,5% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα 1,2% του ΑΕΠ 2023. Τα πρωτογενή πλεονάσματα θα ανέλθουν σε περίπου 2% από το 2024, λόγω της εξομάλυνσης των επιπέδων δαπανών κάτω από το 50% του ΑΕΠ, κυρίως ως αποτέλεσμα της μείωσης των πληρωμών επιδοτήσεων και μεταβιβάσεων καθώς καταργούνται σταδιακά τα προσωρινά μέτρα στήριξης. Ταυτόχρονα, οι προβλέψεις της Moody’s λαμβάνουν υπόψη την βραδύτερη αύξηση των εσόδων λόγω της μόνιμης μείωσης των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης.

Η διατήρηση σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα θα προκύψει εν μέρει από τη βελτίωση των θεσμών και της διακυβέρνησης της Ελλάδας. Η δέσμευση για συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι αξιόπιστη και η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έχει ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση, κάτι που κατά την άποψη της Moody’s αντικατοπτρίζει τη βελτιωμένη ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών θεσμών.

Η αξιολόγηση

Η αξιολόγηση Ba3 της Ελλάδας υποστηρίζεται από ισχυρή οικονομική ισχύ σε παγκόσμιο πλαίσιο, αν και με ορισμένες αδυναμίες. Τα σχετικά υψηλά επίπεδα πλούτου της Ελλάδας εξισορροπούνται από το μέτριο μέγεθος της οικονομίας και το εξίσου μέτριο επίπεδο οικονομικής διαφοροποίησης και πολυπλοκότητας. Τα ποσοστά ανεργίας έχουν μειωθεί σημαντικά στο 12,4% το 2022 από 14,8% το 2021, αλλά η ανεργία των νέων παραμένει υψηλή και ο άτυπος τομέας συνεχίζει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία. Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν με φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ, το οποίο θα επιβαρύνει τη δυνητική ανάπτυξη.

Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις τα τελευταία δέκα χρόνια, η αξιολόγηση της Moody’s για τη θεσμική ισχύ της Ελλάδας εξακολουθεί να επηρεάζεται αρνητικά από το PSI το 2012. Ο έλεγχος της διαφθοράς και η βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος παραμένουν ένας τομέας με προκλήσεις, με αρνητικές επιπτώσεις στο επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον σε περίπτωση επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής ή ανατροπής των αποφάσεων.

Η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3-5 χρόνια, παρά την αναμενόμενη σημαντική μείωση. Η μεγάλη και επαναλαμβανόμενη ελάφρυνση του χρέους που παρέχεται από τους πιστωτές της ευρωζώνης της Ελλάδας αντικατοπτρίζεται στις μετρήσεις βιωσιμότητας του χρέους (πληρωμές τόκων σε σχέση με το ΑΕΠ και τα κρατικά έσοδα) που είναι σημαντικά ισχυρότερες από ό,τι υποδηλώνει η μέτρηση του χρέους.

Η ευαισθησία της Ελλάδας στον κίνδυνο παραμένει καθορισμένη από θέματα που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα. Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις, εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες οι οποίες σε συνδυασμό με το σχετικά μεγάλο μέγεθος δημιουργούν μια μεγάλη πιθανή ενδεχόμενη υποχρέωση που θα μπορούσε να αποκρυσταλλωθεί στον ισολογισμό της κυβέρνησης. Η ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους, που χαρακτηρίζεται από μακροχρόνιο μέσο όρο, περίπου 20 ετών, μαζί με το μεγάλο ταμειακό απόθεμα της Ελλάδας είναι σημαντικοί παράγοντες μετριασμού και θωρακίζουν το πιστωτικό προφίλ από την αύξηση των επιτοκίων.