Την ιστορία τη γράφουν οι παρόντες, λένε. Αυτό ισχύει και στις εκλογές. Το πρώτο εντυπωσιακό (αν και όχι απρόοπτο) στοιχείο της εκλογικής μάχης της Κυριακής 25 Ιουνίου ήταν το ιστορικό ποσοστό της αποχής. Χοντρικά, ο ένας στους δύο που έχει δικαίωμα ψήφου δεν το εξάσκησε.
Το ποσοστό συμμετοχής (περίπου 10% μικρότερο από το 61,6% των εκλογών του Μαϊου) είναι μακράν το χειρότερο που έχει καταγραφεί σε εθνικές εκλογές μετά τη Μεταπολίτευση. Φλερτάρει, επίσης, με το ιστορικό χαμηλό ρεκόρ των Ευρωεκλογών του 2009, όταν ψήφισε μόλις το 52,63% των πολιτών.
Τα αποτελέσματα του exit poll των 19:00, τα οποία προβλήθηκαν σε όλα τα κανάλια, οφείλουμε να τα δούμε μέσα απ’ αυτό το πρίσμα. Όσο παραμορφωτικό κι αν φαίνεται σε κάποιους, είναι αυτό που θα διαμορφώσει την ελληνική κοινοβουλευτική δημοκρατία την επόμενη τετραετία.
Θρίαμβος στις εκλογές της ΝΔ
Στην ιστορία των παρόντων, η Νέα Δημοκρατία αυξάνει κι άλλο το ποσοστό της (άρα και την κοινοβουλευτική της δύναμη). Από τη στιγμή ξεπερνάει το 40% (το πάτωμα των exit poll) εξασφαλίζει την αυτοδυναμία. Ο στόχος επετεύχθη με πανηγυρικό τρόπο, αν και βεβαίως το ζήτημα πλέον είναι αριθμητικό. Το πόσοι βουλευτές της αντιστοιχούν τελικά θα ξεκαθαρίσει από τον αριθμό των κομμάτων που θα ξεπεράσουν το 3% (άρα θα πάρουν έδρες στη Βουλή), άρα και το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Κοινοβουλίου. Αξίζει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με τα… κουκιά που εμφανίζονται στις εκλογές, το μεγαλύτερο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας θα προκύψει με λιγότερες ψήφους αριθμητικά απ’ ό,τι τον Μάιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται να χάνει δυνάμεις σε σχέση με το ούτως ή άλλως πολύ χαμηλό αποτέλεσμα του Μαϊου. Το ποσοστό που του δίνεται (16,5%-19,1%) δείχνει ότι στο μικρό διάστημα μεταξύ των δύο εκλογών το κόμμα, παρά τις αλλαγές που επιχείρησε στο αφήγημα, δεν μπόρεσε να πείσει ούτε καν το κοινό του και υπέστη περαιτέρω απώλειες. Ανάλυση προφανώς δεν έχει γίνει ακόμα, αλλά φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτών που ψήφισαν τον Μάιο και προτίμησαν τώρα να πάνε για μπάνιο είχαν επιλέξει τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν υπάρχει ένα μίνιμουμ καλό νέο από αυτές τις εκλογές, είναι ότι το κόμμα παραμένει δεύτερο και σε μια διαφορά από το ΠΑΣΟΚ που δεν αμφισβητεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το ΠΑΣΟΚ (10%-13%) εμφανίζεται να έχει μια περαιτέρω αύξηση των δυνάμεών του σε σχέση με το ποσοστό που πήρε τον Μάιο, όμως όχι σε τέτοιο επίπεδο που να αμφισβητήσει ευθέως τον ΣΥΡΙΖΑ στον ιδεολογικό χώρο, τον οποίο επιθυμεί να εκφράσει. Η προεκλογική εκστρατεία του ΠΑΣΟΚ στις δεύτερες κάλπες εμφάνισε το κόμμα ως αυτό της αξιόπιστης αντιπολίτευσης σε σχέση με τον ευρισκόμενο σε αποδρομή ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιοι πείστηκαν, αλλά μεταστροφή θεαματική δεν υπήρξε στις εκλογές. Το στοίχημα για την βραδιά στο ΠΑΣΟΚ είναι να διαπιστώσει αν βελτίωσε την εικόνα και τα ποσοστά του στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Για το ΚΚΕ το αποτέλεσμα ήταν ενδεχομένως το πιο αναμενόμενο από όλα τα κόμματα. Τα κέρδη και οι ζημίες που καταγράφει το κόμμα σε κάθε εκλογική αναμέτρηση εξαρτώνται από συγκυρίες και φαίνονται ανεπαίσθητα. Καταγράφεται μια μικρή αύξηση σε σχέση με το ποσοστό του Μαϊου (7,2%-9,2%), η οποία όμως δεν κρύβει κάποια ιδιαίτερη δυναμική.
Ερχόμαστε τώρα στην πραγματική γκρίζα ζώνη των εκλογών, δηλαδή το πόσα και ποια άλλα κόμματα θα εκπροσωπηθούν στη Βουλή. Αυτό είναι ενδιαφέρον όχι μόνο για τα ίδια (και για το πολιτικό σκηνικό που θα διαμορφωθεί), αλλά και για τον αριθμό των βουλευτών που θα εξασφαλίσει η Νέα Δημοκρατία, άρα και το «μαξιλαράκι ασφαλείας» στην αυτοδυναμία.
Η έκπληξη του ακροδεξιού κόμματος Σπαρτιάτες, το οποίο από την ολοκληρωτική ανυπαρξία εμφανίζεται να πετυχαίνει μεσοσταθμικό ποσοστό σχεδόν 5% (4-6%) και την πέμπτη θέση στις εκλογές χάρη στη «στήριξη» που του πρόσφερε ο Ηλίας Κασιδιάρης οφείλει να προβληματίσει όχι μόνο το πολιτικό σκηνικό, αλλά και κάθε ψηφοφόρο ξεχωριστά. Πέραν τούτου, τα exit poll προεξοφλούν σχεδόν ότι και τα άλλα δύο κόμματα που κινούνται δεξιά της Νέας Δημοκρατίας (Ελληνική Λύση και Νίκη) βρίσκονται πολύ κοντά στην κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση (από 2,3% ως 4,3% έκαστο).
Για τα κόμματα που κινούνται αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ οι εκτιμήσεις των exit poll δεν είναι ευοίωνες. Η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία στο μεσοδιάστημα μεταξύ των εκλογών φλέρταρε και με το 4%, εμφανίζεται να δίνει μάχη εισόδου με τις πιθανότητες εναντίον της. Όπως φαίνεται, επίσης, εκτός από ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ «τσίμπησε» κι ένα σημαντικό κομμάτι από τους ψηφοφόρους του ΜέΡΑ 25 του Γιάνη Βαρουφάκη, το οποίο φαίνεται να μένει εκτός Βουλής, έστω και αν τα exit poll του δίνουν πιθανότητες και μένει να το δούμε στα αποτελέσματα.
Αν επιβεβαιωθούν αυτά τα αποτελέσματα, είναι φανερό πια ότι τουλάχιστον σε αποτύπωση εκλογικών αποτελεσμάτων η Ελλάδα γέρνει περισσότερο προς τα δεξιά μετά από σχεδόν μισό αιώνα. Από το 1974 και μετά δεν έχει καταγραφεί τέτοια εικόνα, μιας κεντροαριστεράς που έχει χάσει το βάρος της και την πολιτική της πρόταση. Αν αθροίσουμε τα ποσοστά και των κομμάτων που δεν εκπροσωπούνται στη Βουλή και κινούνται στο Κέντρο και την Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Πλεύση Ελευθερίας, ΜέΡΑ25 συν τα κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς) θα βρούμε ένα ποσοστό αρκετά κάτω από το 50%. Κάτι που έχει να παρατηρηθεί από τις εκλογές του 1974. Το τι σημαίνει αυτό μακροπρόθεσμα, μένει να το δούμε.
Ποιος είναι ο πρόεδρος του ακροδεξιού κόμματος «Σπαρτιάτες»
- Ο Βασίλης Στίγκας ίδρυσε το κόμμα το 2017. Στο προφίλ του στο Τwitter δηλώνει δημοσιογράφος, πολιτικός και πρόεδρος του κόμματος Σπαρτιάτες το οποίο και ίδρυσε το 2017.
- Είναι πρώην στέλεχος της Πολιτικής Άνοιξης που ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1993 από τον Αντώνη Σαμαρά. Έπειτα, το 2000 προσχώρησε στον Λαϊκό Ορθόδοξο Συναγερμό (ΛΑΟΣ) του Γιώργου Καρατζαφέρη και το 2010 προσχώρησε στον Ριζοσπαστικό Εθνικό Συναγερμό του Βασίλη Καπερνάρου.
- Επίσης, το 2019 ήταν υποψήφιος ευρωβουλευτής με την Ένωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη. Ως υποψήφιος ευρωβουλευτής με την Ένωση Κεντρώων είχε λάβει 752 ψήφους πανελλαδικά. Στις εθνικές εκλογές του ίδιου έτους, οι Σπαρτιάτες συνεργάστηκαν ξανά με την Ένωση Κεντρώων. Ο ιδρυτής των Σπαρτιατών Βασίλης Στίγκας ήταν υποψήφιος στη Βοιωτία και συγκέντρωσε μόλις 35 ψήφους.