Οι βουλευτές που εκπροσώπησαν την μουσουλμανική μειονότητα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο είναι ένα θέμα που καίει τις τελευταίες ημέρες. Η καταγγελία της Νέας Δημοκρατίας περί παρέμβασης του τουρκικού προξενείου Κομοτηνής υπέρ του υποψηφίου του ΣΥΡΙΖΑ Φερχάτ Οζγκιούρ και η απάντηση της Κουμουνδούρου φέρνουν στην επιφάνεια το θέμα στήριξης και υποστήριξης των υποψήφιων βουλευτών, αλλά και τις σχέσεις τους με συγκεκριμένα πρόσωπα και καταστάσεις.

Σε αυτές τις περιπτώσεις η ιστορία και τα στοιχεία δίνουν τις καλύτερες απαντήσεις. Μια μικρή έρευνα στα εκλογικά αποτελέσματα των περιφερειών Ξάνθης και Ροδόπης από το 1974 και μετά δείχνουν ξεκάθαρα τις τάσεις που επικράτησαν ανάμεσα στα μέλη της μειονότητας.

Τα κύρια χαρακτηριστικά είναι τέσσερα:

  • Η πλειοψηφία στη «μουσουλμανική» ψήφο. Όπως αποδεικνύεται από την λεπτομερή ανάλυση (μέχρι και ανά εκλογικό τμήμα) στις περιοχές της μειονότητας, η οποία έγινε από τον εκλογολόγο Ηλία Νικολακόπουλο, η «χριστιανική» ψήφος της μουσουλμανικής μειονότητας δεν ξεπέρασε ποτέ το 20%, κι αυτό μόνο σε κάποιες εξαιρετικές περιπτώσεις. Τις περισσότερες φορές οι σταυροί μουσουλμάνων σε χριστιανούς υποψήφιους κυμαίνονταν κατά μέσο όρο στο 10%.
  • Η ευμετάβλητη ψήφος. Όπως θα παρατηρήσετε, λίγοι ήταν οι μειονοτικοί υποψήφιοι που στηρίχθηκαν διαχρονικά από τα μέλη της μειονότητας. Οι περισσότεροι «πρωταγωνίστησαν» για λίγες εκλογικές περιόδους και η όποια τους δημοφιλία υπήρξε σχετικά εφήμερη, σε σχέση με προδικτατορικούς πολιτευτές ή με βουλευτές που εκλέγονται σε άλλες περιφέρειες της ελληνικής επικράτειας.
  • Η κατευθυντήρια γραμμή. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, η ψήφος της μειονότητας κατευθύνθηκε σε συγκεκριμένους υποψήφιους όλον αυτόν τον μισό αιώνα. Όσοι είτε κατάφεραν να εκλεγούν, είτε έφτασαν κοντά στην εκλογή, συγκέντρωσαν πανύψηλα ποσοστά αποδοχής ανάμεσα στα μέλη της μειονότητας. Τις λίγες φορές που υπήρξαν πολλά πρόσωπα, τα οποία διεκδίκησαν την ψήφο σε μία εκλογική αναμέτρηση, παρατηρήθηκε διασπορά των ψήφων και κανείς δεν εξελέγη.

Το αν, βέβαια, αυτή η κατευθυντήρια γραμμή δίνεται από τους τοπικούς φορείς της μειονότητας ή απολαμβάνει τη στήριξη (πόσο μάλλον την καθοδήγηση) του τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής, είναι αντικείμενο έρευνας. Πολλές φορές, πάντως, στο παρελθόν υπήρξαν υποψήφιοι, αλλά και βουλευτές ακόμα, της μειονότητας που κατηγορήθηκαν για σχέσεις με το προξενείο και εμφανίστηκαν σε εκδηλώσεις που έκαναν λόγο για «τουρκική» και όχι «μουσουλμανική» μειονότητα. Οι κατηγορίες, δηλαδή, που εκτοξεύθηκαν κατά του υποψηφίου του ΣΥΡΙΖΑ, ανεξάρτητα αν ευσταθούν ή όχι, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο στην περιοχή.

Αν επιθυμείτε, μπορείτε να το διαπιστώσετε και μόνοι σας. Για τους περισσότερους νυν και πρώην βουλευτές της μειονότητας υπήρξαν δημοσιεύματα που βρίσκονται στο διαδίκτυο, τα οποία τους αποδίδουν σχέσεις, άλλοτε πιο στενές, άλλοτε πιο χαλαρές, με το προξενείο.

  • Η κομματική ένταξη. Αρκετοί υποψήφιοι και βουλευτές εξελέγησαν με ένταξη σε διαφορετικά του ενός κόμματα, μάλιστα κάποιοι έκαναν όχι απλά βήμα προς έναν συγγενή ιδεολογικά κομματικό σχηματισμό, αλλά άλμα προς το αντίθετο άκρο. Κι αυτό συνέβη χωρίς να χάσουν την στήριξή τους από την εκλογική τους βάση. Αυτό αποδεικνύει ότι η προσωπική τους διαδρομή δεν επηρεάζεται από την κομματική ένταξη. Σε συγκεκριμένες, μάλιστα, περιόδους υπήρξε και σαφής προσπάθεια «αυτονόμησης». Ένταξη, δηλαδή, του υποψήφιου επίτηδες σ’ ένα μικρότερο σε δύναμη κόμμα στην υπόλοιπη επικράτεια, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων.

1974-1981: Μετακινήσεις και ζυμώσεις

Οι πρώτες εκλογικές αναμετρήσεις μετά τη Μεταπολίτευση έφεραν τη μειονότητα μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις. Η προσπάθεια της χούντας να αποκόψει τη μειονότητα από την κοινωνική ζωή της περιοχής (τοποθετώντας μέχρι και μπάρες στους δρόμους που οδηγούσαν στα αμιγώς μειονοτικά χωριά) βρήκε υποστηρικτές, φυσικά για διαφορετικούς λόγους, και στο τουρκικό προξενείο.

Οι εκλογές του 1974 έγιναν σε σχετικά μικρό διάστημα από τη Μεταπολίτευση (μόλις τέσσερις μήνες), οπότε οι ιδέες για έναν οιονεί ανεξάρτητο μουσουλμανικό συνδυασμό (υπό τον μανδύα ενός μικρού κοινοβουλευτικού κόμματος) δεν καρποφόρησαν. Έγινε μια τέτοια προσπάθεια, με τις υποψηφιότητες του Χασάν Ιμάμογλου στη Ροδόπη και του Μουζαφέρ Μπέη στην Ξάνθη με το φιλοχουντικό κόμμα Εθνική Δημοκρατική Ένωση. Παρ’ ότι αμφότεροι πήραν αρκετές χιλιάδες ψήφους (ο Μουζαφέρ Μπέης δε αναδείχτηκε πρώτος σε σταυρούς στους μειονοτικούς υποψήφιους) δεν εξελέγησαν.

Στην Ξάνθη υπήρξε διασπορά ψήφων μεταξύ του Μουζαφέρ Μπέη, του εργολάβου και υποψήφιου με τη Νέα Δημοκρατία Τζελάλ Ζεϊμπέκ και του Αγκά Μεχμέτ, που κατέβηκε με την Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις.

Αντίθετα στη Ροδόπη υπήρξε διπλή μουσουλμανική εκπροσώπηση. Αμφότεροι οι βουλευτές, ο ιδιωτικός υπάλληλος Αλή Χατζήχαφούζ Γκαλήπ Σαμπαχεδίν και ο δάσκαλος Γιασάρ Χαφούζ, κατέβηκαν με το ψηφοδέλτιο της Ένωσης Κέντρου-Νέων Δυνάμεων (μετέπειτα ΕΔΗΚ) και πήραν και τις δύο έδρες του κόμματος στη συγκεκριμένη περιφέρεια.

Το 1977 υπήρξε αλλαγή πλεύσης. Στην Ξάνθη εξελέγη ο δικηγόρος Ορχάν Χατζηιμπραϊμ με το ΠΑΣΟΚ, ωστόσο έναν χρόνο αργότερα το εκλογοδικείο άλλαξε την κατανομή των εδρών και η δεύτερη έδρα του ΠΑΣΟΚ κατέληξε στη Νέα Δημοκρατία. Θέση στη Βουλή πήρε ο Τζελάλ Ζεϊμπέκ.

Στη δε Ροδόπη έγινε για πρώτη φορά πραγματικότητα η καλυμμένη «αυτονόμηση». Οι δύο ισχυροί πολιτευτές Χασάν Ιμάμογλου και Χασάν Χατίπογλου μετακινήθηκαν από την ΕΔΕ στην (ευρισκόμενη επίσης δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας) Εθνική Παράταξη. Ο δικηγόρος Ιμάμογλου εκλέχθηκε βουλευτής, συγκέντρωσε μάλιστα μόνος του μεγαλύτερο αριθμό σταυρών (8.063) απ’ ότι οι δύο απερχόμενοι βουλευτές της ΕΔΗΚ, που έθεσαν υποψηφιότητα με το ίδιο κόμμα (3.267 ο Σαμπαχεδίν και 2.698 ο Χαφούζ).

Το 1981 η Ξάνθη έμεινε και πάλι χωρίς μουσουλμανική εκπροσώπηση, δεδομένου ότι οι μειονοτικές ψήφοι μοιράστηκαν σε διαφορετικούς υποψήφιους. Στη Ροδόπη ο μηχανικός αυτοκινήτων Αχμέτ Μεχμέτ, υποψήφιος με το ΠΑΣΟΚ και το 1977, είδε τη δημοφιλία του να εκτοξεύεται από τους 1.357 στους 8.996 σταυρούς και πέρασε το κατώφλι της Βουλής. Μαζί του και ο παλιός γνώριμος Γιασάρ Χαφούζ, ο οποίος όμως μετακόμισε από την ΕΔΗΚ στη Νέα Δημοκρατία και «επιβραβεύτηκε» με 6.919 σταυρούς.

1985-1993: Η προσπάθεια πλήρους αυτονόμησης και το προξενείο

Η περίοδος από το 1985 ως το 1993 χαρακτηρίζεται από σημαντικές προσπάθειες να αυτονομηθεί πλήρως η μειονότητα και να εκφραστεί πολιτικά με ανεξάρτητους κομματικούς σχηματισμούς, μη ενταγμένους στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Το 1985 στην Ξάνθη έγινε η πρώτη προσπάθεια πολιτικής έκφρασης και των Αθίγγανων μουσουλμάνων της περιοχής στο πρόσωπο του Αχμέτ Φαϊκογλου. Ο τότε 38χρονος ιμάμης τοποθετήθηκε δεύτερος στη λίστα του ψηφοδελτίου του ΠΑΣΟΚ (οι εκλογές εκείνες έγιναν με λίστα) και εξελέγη. Στη Ροδόπη εξελέγη δεύτερος από τη λίστα της Νέας Δημοκρατίας ο Μεχμέτ Μουφτήογλου, δικηγόρος με σπουδές στη Νομική Θεσσαλονίκης (και όχι σε κάποιο πανεπιστήμιο της Τουρκίας, όπως συνέβαινε με πολλούς άλλους πολιτευτές).

Σε εκείνες τις εκλογές συμμετείχαν και ανεξάρτητοι συνδυασμοί, με επικεφαλής γνωστά πρόσωπα και πρώην βουλευτές. Στην Ξάνθη οι Τζελάλ Ζεϊμπέκ και Αγκά Μεχμέτ πήραν το διόλου ευκαταφρόνητο 16,78% (10.340 ψήφοι) και στη Ροδόπη ο Αλή Γκαλήπ Σαμπαχεδίν το 13,99% (10.390 ψήφοι). Στην ουσία αυτά τα νούμερα άνοιξαν την όρεξη γι’ αυτά που ακολούθησαν.

Το απολύτως αναλογικό εκλογικό σύστημα, με το οποίο έγιναν οι εκλογές του 1989 και του 1990, επέτρεψαν στους ανεξάρτητους μουσουλμανικούς συνδυασμούς να έχουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Ο συνδυασμός «Πεπρωμένο» στην Ξάνθη, υπό τον Αχμέτ Φαϊκογλου που αυτονομήθηκε από το ΠΑΣΟΚ, πήρε έδρα στις εκλογές του 1990.

Στη Ροδόπη ο γιατρός Αχμέτ Σαδίκ, ήδη με δράση στη μειονότητα, αλλά και με καταδίκες για πλαστογραφία και διασπορά ψευδών ειδήσεων, εξελέγη με τον συνδυασμό «Εμπιστοσύνη» τον Ιούνιο του 1989. Το Νοέμβριο η υποψηφιότητά του ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους, αλλά στη θέση του εξελέγη με τον ίδιο συνδυασμό (και τις ευλογίες του Σαδίκ) ο δημοσιογράφος Ισμαήλ Μολλά Ροδοπλού. Ο Σαδίκ επανήλθε ως υποψήφιος και εξελέγη στις εκλογές του 1990.  

Η αλλαγή του εκλογικού νόμου και η θέσπιση του ορίου 3%, που πρέπει να υπερβαίνει ένα κόμμα στο πανελλαδικό ποσοστό του για να έχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, ουσιαστικά άλλαξε όλη τη στόχευση της μειονότητας. Στις εκλογές του 1993, πάντως, συμμετείχαν οι συγκεκριμένοι ανεξάρτητοι συνδυασμοί με τους ίδιους επικεφαλής, αν και γνώριζαν ότι δεν έχουν πιθανότητες εκλογής. Η «Εμπιστοσύνη» στη Ροδόπη αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με 32,76% των ψήφων και στην Ξάνθη το «Πεπρωμένο» είχε 18,84%. Ο Σαδίκ σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα το 1995 λίγα χιλιόμετρα έξω από την Κομοτηνή.

1996-2004: Η διασπορά στα κόμματα

Η περίοδος από το 1996 μέχρι σήμερα χαρακτηρίστηκε από μια εκτεταμένη προσπάθεια ένταξης των μειονοτικών υποψηφίων στα κόμματα της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Κάτι που εν πολλοίς αποδέχτηκαν και οι ίδιοι, δεδομένου ότι το 1993 ως το 1996 δεν υπήρξαν μειονοτικοί βουλευτές σε καμία περιφέρεια.

Στις εκλογές του 1996 αναδείχτηκαν τρεις μουσουλμάνοι βουλευτές, ο καθένας με διαφορετικό κόμμα. Ο 36χρονος τότε καρδιολόγος Μπιρόλ Ακήφογλου πρώτευσε στο ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας στην Ξάνθη και εξελέγη μοναδικός βουλευτής του κόμματος. Στη Ροδόπη ο αρχιτέκτονας Γκαλήπ Γκαλήπ, γιος του Χατζηχαφούζ Γκαλήπ Σαμπαχεδίν, έγινε μέλος του ΠΑΣΟΚ το 1996 και εξελέγη δεύτερος σε σταυρούς τόσο εκείνη τη χρονιά, όσο και το 2000.

Ιστορικές ήταν οι εκλογές του 1996 επειδή απ’ αυτές εξελέγη ο πρώτος αριστερός μουσουλμάνος υποψήφιος. Ο γιατρός Μουσταφά Μουσταφά, ο οποίος είχε πολιτευθεί πρώτη φορά με το ΚΚΕ το 1981, ανέβασε στα ύψη τα ποσοστά του Συνασπισμού (νυν ΣΥΡΙΖΑ) στην περιοχή και πήρε έδρα λόγω της «εξομάλυνσης».

Οι απολύτως πολωμένες εκλογές του 2000 έφεραν ένα παλιό πρόσωπο και πάλι στο προσκήνιο στη Ροδόπη. Εκτός από τον Γκαλήπ Γκαλήπ, υποψήφιος με το ΠΑΣΟΚ ήταν και πάλι ο Αχμέτ Μεχμέτ και, μάλιστα, κατάφερε να εκλεγεί. Αντίθετα στην Ξάνθη δεν υπήρξε εκπροσώπηση από μουσουλμάνο βουλευτή ούτε στις συγκεκριμένες εκλογές, ούτε σ’ αυτές του 2004.

Στην εκλογική αναμέτρηση του 2004 εμφανίστηκε για πρώτη φορά ο δικηγόρος Αχμέτ Ιλχάν, ο οποίος στα 20 χρόνια της πολιτικής του δράσης στη Ροδόπη κατέχει το απόλυτο ρεκόρ διαφορετικής κομματικής εκπροσώπησης. Το 2004 εξελέγη με τη Νέα Δημοκρατία, ωστόσο στις δύο επόμενες εκλογές (2007 και 2009) είδε την πλάτη του Ευριπίδη Στυλιανίδη. Αποχώρησε από τη ΝΔ μετά την εκλογή του Αντώνη Σαμαρά και προσχώρησε στη Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη, με την οποία ήταν υποψήφιος στις εκλογές του Μαϊου 2012.

Όταν η ΔΗΣΥ απορροφήθηκε από τη Νέα Δημοκρατία ο Ιλχάν μεταπήδησε στη ΔΗΜΑΡ (υποψήφιος τον Ιούνιο του 2012) και το 2015 στο Ποτάμι, όπου ήταν υποψήφιος στις δύο εκλογές του 2015. Το 2017 προσχώρησε στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, με το οποίο εξελέγη βουλευτής και το 2019, αλλά και στις πρόσφατες εκλογές του Μαϊου.

2007-2023: Τα σταθερά πρόσωπα

Αν εξαιρέσουμε τον Ιλχάν, ο οποίος μεταφέρει την εκλογική του πελατεία σε διάφορα κόμματα εδώ και χρόνια, η συμπεριφορά και των υποψηφίων και των ψηφοφόρων από το 2007 και μετά φαίνεται ότι διέπεται από μεγαλύτερη σταθερότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι οι εκλεγέντες βουλευτές από εκείνο το σημείο και μετά, ανεξαρτήτως κόμματος, τα κατάφεραν σε περισσότερες της μίας εκλογικές αναμετρήσεις.

Έτσι στην Ξάνθη ο γιατρός Τσετίν Ματαντζή εξελέγη με το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2007 και του 2009 και ο Αχμέτ Χατζή Οσμάν κατάφερε να εκλεγεί με το ίδιο κόμμα στη Ροδόπη σε τέσσερις συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, από το 2007 ως τον Ιούνιο του 2012. Στην ίδια περιφέρεια ο οδοντίατρος Αϊχάν Καρά Γιουσούφ εξελέγη με τον ΣΥΡΙΖΑ στη διπλή εκλογική αναμέτρηση του 2012 (Μάιος, Ιούνιος), αλλά και του Ιανουαρίου 2015. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου στη λίστα του ΣΥΡΙΖΑ τοποθετήθηκε ο Μουσταφά Μουσταφά.

Στην περιφέρεια της Ξάνθης ο φαρμακοποιός Χουσεϊν Ζεϊμπέκ έσπασε το ρεκόρ συνεχόμενης κοινοβουλευτικής παρουσίας με το ίδιο κόμμα. Εξελέγη για πρώτη φορά με τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές Μαϊου του 2012 και συνέχισε τον Ιούνιο, στις δύο εκλογές του 2015, το 2019, αλλά και τις πρόσφατες του 2023. Ανάλογη σταθερότητα και για τον ψυχίατρο Μπαράν Μπουρχάν, ο οποίος εξελέγη με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ το 2019 και τα κατάφερε και στις πρόσφατες εκλογές του 2023.