Από τις 22 Απριλίου, ημέρα που ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε την Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να προκηρυχθούν οι εκλογές, έως τις 2 Ιουλίου (πιθανή ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών με ενισχυμένη αναλογική) μεσολαβούν 70 επακριβώς ημέρες. Είναι η περίοδος που θα καθορίσει εάν πώς χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται. Με σταθερή κυβέρνηση αυτοδυναμίας, με συγκυβέρνηση ή θα μπει σε αχαρτογράφητα νερά ακυβερνησίας;

Κακά τα ψέματα, οι πρώτες εκλογές μπορεί να μη βγάλουν αυτοδύναμη κυβέρνηση αλλά θα κρίνουν πολλά ενόψει 2ας Ιουλίου. Και θα κριθεί αν όντως θα υπάρξει «κυβέρνησης ηττημένων», ήτοι ενός κυβερνητικού συνασπισμού με τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και του ΜέΡΑ25 – βέβαια θα πρέπει ο εν λόγω συνασπισμός να αθροίζει ποσοστά άνω του 46%. Σε κάθε περίπτωση, το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει έως το τέλος Μαΐου, αλλά το πιθανότερο σενάριο προβλέπει ότι η τύχη της χώρας θα αφεθεί για περίπου 30 ημέρες στα χέρια υπηρεσιακής κυβέρνησης, η οποία θα κληθεί να οδηγήσει ομαλά την Ελλάδα σε νέο εκλογικό γύρο στις 2 Ιουλίου.

Η διάλυση της Βουλής και οι εκλογές

Η αντίστροφη μέτρηση για τις εν λόγω 70 ημέρες άρχισε το περασμένο Σάββατο 22/4, με την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Πρόεδρο της ∆ημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Ο πρωθυπουργός ζήτησε τη διάλυση της Βουλής επικαλούμενος -όπως προβλέπει το Σύνταγμα- εθνικό θέμα κορυφαίας σημασίας, καθώς τυπικά δεν έχει εξαντληθεί η τετραετία. Λίγες ώρες αργότερα, την κεντρική είσοδο του Κοινοβουλίου κοσμούσε το Προεδρικό ∆ιάταγμα διάλυσης της Βουλής, το οποίο ορίζει την 21η Μαΐου ως ημέρα εθνικών εκλογών, ενώ αναγράφει και την ημερομηνία σύγκλησης της νέας Βουλής για την ορκωμοσία των βουλευτών και την εκλογή του κοινοβουλευτικού προεδρείου – πιθανότατα στις 2 Ιουνίου.

Η δημοσίευση του Προεδρικού ∆ιατάγματος εγκαινίασε και επισήμως την έναρξη της προεκλογικής περιόδου, η οποία ξεκινά οριοθετεί χρονικά τους κρίσιμους σταθμούς από τους οποίους θα διέλθει η χώρα έως ότου αποκτήσει και πάλι κυβέρνηση με λαϊκή νομιμοποίηση και κοινοβουλευτική δεδηλωμένη.

Κάθε πολιτικό κόμμα γνωστοποιεί στον Αρειο Πάγο το αργότερο τρεις ημέρες μετά την έναρξη της προεκλογικής περιόδου το όνομα και το έμβλημα που θα χρησιμοποιεί στις εκλογές και στα ψηφοδέλτια. Μεταξύ άλλων,  απαγορεύεται η χρήση εθνικών και θρησκευτικών συμβόλων, στέμματος ή εμβλημάτων του δικτατορικού καθεστώτος τους 21ης Απριλίου 1967.

Ο Αρειος Πάγος και ο Κασιδιάρης

Εντός επτά ημερών από την έναρξη της προεκλογικής περιόδου κάθε κόμμα καταρτίζει και υποβάλλει τους συνδυασμούς του και τα ψηφοδέλτια Επικρατείας στον Aρειο Πάγο. Η Ολομέλεια του Α’ Τμήματος του ανωτάτου δικαστηρίου μέσα σε τρεις ημέρες εξετάζει και ανακηρύσσει σε δημόσια συνεδρίαση τους εκλογικούς συνδυασμούς που πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου.

Η συγκεκριμένη διαδικασία θα καθορίσει εάν τελικά θα επιτραπεί ή όχι η συμμετοχή του κόμματος Κασιδιάρη, της Χρυσής Αυγής και κάθε άλλης εγκληματικής οργάνωσης που εμφανίζεται με μανδύα νόμιμου πολιτικού κόμματος.

Η διαδικασία των διερευνητικών εντολών

Οι εκλογές της 21ης Μαΐου θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής που δυσκολεύει εξαιρετικά την επίτευξη μονοκομματικής αυτοδύναμης κυβέρνησης ή τον σχηματισμό συγκυβέρνησης χωρίς τη συμμετοχή του πρώτου κόμματος. Αν το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων κινηθεί από 7% έως 11%, τότε για να συγκεντρωθούν 151 βουλευτές απαιτούνται ποσοστά από 44,9% έως 46,9%. Με δεδομένο ότι κανένα κόμμα δεν θα προσεγγίσει αυτά τα ποσοστά, την επομένη των εθνικών εκλογών θα ενεργοποιηθεί η διαδικασία των διερευνητικών εντολών.

Σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο αρχηγός του πρώτου κόμματος παίρνει την πρώτη διερευνητική εντολή και έχει στη διάθεσή του έως τρεις ημέρες για να διαπιστώσει εάν μπορεί να εξασφαλίσει τη δεδηλωμένη της Βουλής και να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας. Αν η προσπάθεια αποβεί άκαρπη, η εντολή περνά στον αρχηγό του δεύτερου κόμματος, ενώ αν αποτύχει και αυτός, η εντολή πηγαίνει στον αρχηγό του τρίτου κόμματος.

Συνολικά, η διαδικασία μπορεί να κρατήσει έως εννέα ημέρες. Τη δέκατη μέρα, η Πρόεδρος της ∆ημοκρατίας καλεί όλους τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων σε μια ύστατη προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας. Εάν η Πρόεδρος επιβεβαιώσει την αδυναμία πολιτικής συνεννόησης, τότε δίνει εντολή σχηματισμού υπηρεσιακής κυβέρνησης προκειμένου η χώρα να οδηγηθεί ξανά σε εκλογές.

Υπηρεσιακή κυβέρνηση και Βουλή… μιας ημέρας

Η Πρόεδρος έχει την ευχέρεια να επιλέξει ως υπηρεσιακό πρωθυπουργό έναν εκ των τριών προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων, δηλαδή του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου με γνώμονα την όσο το δυνατόν ευρύτερη αποδοχή του. Ωστόσο, αποτελεί άτυπο, όχι δεσμευτικό αλλά ισχυρό κανόνα η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον αρχαιότερο εκ των τριών. Οι τρεις υποψήφιοι υπηρεσιακοί πρωθυπουργοί για το μεσοδιάστημα μεταξύ 31 Μαΐου και 2 Ιουλίου είναι η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Μαρία Γεωργίου, η πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Ευαγγελία Νίκα και ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννης Σαρμάς.

Μεταξύ 31 Μαΐου και 2 Ιουνίου, θα ορκιστεί η νέα Βουλή, δηλαδή οι βουλευτές που θα εκλεγούν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί είναι παρόμοια με εκείνη των εκλογών του Μαΐου 2012. ∆ηλαδή θα γίνει η ορκωμοσία των βουλευτών, η εκλογή προεδρείου του Κοινοβουλίου και το απόγευμα της ίδιας ημέρας ή το πρωί της επομένης θα θυροκολληθεί το Προεδρικό ∆ιάταγμα διάλυσης της Βουλής προκειμένου η χώρα να οδηγηθεί σε νέες εκλογές στις 2 Ιουλίου.

Εως τις δεύτερες κάλπες θα ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία – που σημαίνει ότι η Ολομέλεια του αρμοδίου τμήματος του Αρείου Πάγου θα κληθεί και πάλι να αποφασίσει για την τύχη μορφωμάτων όπως το κόμμα Κασιδιάρη.