Συνέντευξη στο «Βήμα» παραχώρησε ο Μιχάλης Κατρίνης. Ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ μίλησε επί παντός.
Ερωτούμενος για το ότι η κυβέρνηση υποχωρεί δημοσκοπικά μετά την τραγωδία των Τεμπών αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν αποκομίζει οφέλη, εξήγησε πως «το ΠΑΣΟΚ δεν εργαλειοποίησε το δυστύχημα των Τεμπών για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη. Στις μετρήσεις, όμως, το ΠΑΣΟΚ, στην πρόθεση ψήφου και μόνο, καταγράφει υψηλότερο ποσοστό σε σχέση με την επίδοση του στις τελευταίες εκλογές. Αντίθετα Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ καταγράφουν πτώση που φτάνει ή και ξεπερνά το 30% σε σχέση με το 2019».
Για το «ισχυρό διψήφιο» ποσοστό που έθεσε δημόσια ο Νίκος Ανδρουλάκης, τόνισε πως «αυτό θα το αποφασίσουν οι πολίτες. Είμαι, όμως, αισιόδοξος ότι η λαϊκή ετυμηγορία θα αναβαπτίσει την παράταξή μας. Το ΠΑΣΟΚ ζητά μια ισχυρή εντολή, ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό που θα μας δώσει τη δυνατότητα να προτείνουμε ένα νέο πρότυπο και περιεχόμενο διακυβέρνησης».
Οσον αφορά στη μετεκλογική σας στάση του κόμματος και τι θα κάνει αν και στις δεύτερες εκλογές δεν προκύψει αυτοδυναμία; «Το βέβαιο είναι ότι δεν θα υπάρξει ακυβερνησία, αν το ΠΑΣΟΚ έχει ένα ισχυρό ποσοστό» είπε. «Θα σας έλεγα, επίσης, ότι την πραγματική ακυβερνησία την βιώνουμε σήμερα, γιατί η λειτουργία παρακρατικών μηχανισμών και παρακολουθήσεων παραπέμπει σε μια ακυβέρνητη χώρα. Όπως και η ακρίβεια που προελαύνει ακάθεκτη, χωρίς κανένα σοβαρό μέτρο αντιμετώπισης, παραπέμπει σε μια χώρα χωρίς κυβέρνηση, με τους πολίτες ανυπεράσπιστους. Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ για να εγγυηθεί ότι η χώρα θα έχει κυβέρνηση την επόμενη μέρα. Με σεβασμό στο εκλογικό αποτέλεσμα και την ψήφο των πολιτών».
Ερωτούμενος για το τη γραμμή του «ούτε Τσίπρας, ούτε Μητσοτάκης» για πρωθυπουργός, ο κ. Κατρίνης σχολίασε: «Κατά πρώτο λόγο, και οι δύο δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Το πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο του μεσσία Πρωθυπουργού είναι αναχρονιστικό, είδαμε που οδήγησε. Ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Τσίπρας δεν μπορούν να διανοηθούν ότι η χώρα μπορεί να προχωρήσει μπροστά χωρίς τους ίδιους στη θέση του Πρωθυπουργού. Και όμως, αυτό μπορεί να γίνει. Σε αυτή τη χώρα δεν πάσχουμε από πρόσωπα. Πάσχουμε από ορθή λειτουργία των θεσμών, από προγραμματικές συγκλίσεις, από σοβαρή κυβερνητική και πολιτική λειτουργία, από δυναμική και βούληση για αλλαγές στα κακώς κείμενα. Αυτά είναι τα μείζονα, τα ζητούμενα. Η χώρα διαθέτει πρόσωπα, ικανά και με ευρύτερη απήχηση, που μπορούν να υπηρετήσουν ένα σχέδιο πολιτικής ανασύνταξης και εθνικής ανασυγκρότησης που θα επαναφέρει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στο κράτος αλλά και την επιστροφή του κράτους δικαίου. Και τα δύο τέθηκαν σε αμφισβήτηση από τις δύο προηγούμενες κυβερνήσεις».