Η ήττα στις εκλογές του 2019 μπορεί να μην χωνεύτηκε εύκολα στον ΣΥΡΙΖΑ, αν μη τι άλλο όμως η διαχείρισή της ήταν εφικτή. Έστω κι αν αποδείχθηκε τελικά ότι η τότε συρρίκνωση της διαφοράς στο τέλος της προεκλογικής περιόδου έκανε πολύ κακό στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τέσσερα χρόνια μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε οριακό σημείο μετά από δύο ηχηρά απανωτά «χαστούκια» στις εκλογές και το μόνο σίγουρο είναι ότι το αποτέλεσμα των δύο εκλογικών αναμετρήσεων σήμανε το τέλος μιας εποχής. Είτε η επόμενη συνεχιστεί με τον Αλέξη Τσίπρα στο τιμόνι, μια και θα πρέπει να προχωρήσει σε ριζικές δομικές αλλαγές για να ελπίζει σε ανάκαμψη, είτε με άλλον πρόεδρο, μια και θα πρόκειται για ένα διαφορετικό κόμμα, από τη στιγμή που ο τωρινός επικεφαλής του αποτελεί σημείο αναφοράς του.
Όσο κι αν δεν το λένε φωναχτά, στον ΣΥΡΙΖΑ επικρατούν δύο απόψεις. Αυτή όσων επιθυμούν να συνεχίσει ως πρόεδρος ο Τσίπρας, μια και τον θεωρούν σημαντικότατο κεφάλαιο παρά τις διαδοχικές εκλογικές ήττες κι αυτοί που εκτιμούν ότι ήρθε η ώρα αλλαγής προσώπου στην ηγεσία ώστε αυτή η αλλαγή να φέρει φρέσκο αέρα στο κόμμα και να συσπειρώσει ξανά κεντροαριστερούς ψηφοφόρους.
Όσο δεν μπαίνει ένα τέλος σε αυτό το διχαστικό κλίμα, τόσο θα συρρικνώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο ακόμα κι εδώ υπάρχει διάσταση απόψεων. Γιατί ένα μέρος των μελών επιθυμεί το συνέδριο να γίνει άμεσα, μέσα στον Ιούλιο ώστε να μπει τέλος στην εσωστρέφεια κι ένα άλλο προτιμά τον Οκτώβρη (ή ακόμα και τον Νοέμβρη).
Στην Κουμουνδούρου απέδειξαν περίτρανα την τελευταία τετραετία ότι έχουν ακραία αυτοκτονικές τάσεις. Το θέμα είναι αν το έχουν καταλάβει ή αν τελικά όντως αυτοκτονήσουν και επιστρέψουν σε εποχές που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν κομπάρσος.