Πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναζήτηση των ευθυνών αλλά και την διόρθωση των αστοχιών έχει η κυβέρνηση, δείχνοντας ότι «όχι μόνο δεν έχει τίποτα να φοβηθεί, αλλά επιθυμεί να πέσει φως σε όλες οι πτυχές της υπόθεσης, σε όλο το βάθος της».
Αυτό, εξάλλου, έγινε εμφανές και από τη χθεσινή τοποθέτηση του Υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη στην αρμόδια επιτροπή. Σε αντίθεση, δε, με τον ΣΥΡΙΖΑ που -όπως λένε από την κυβέρνηση- στοιχίστηκε στη γραμμή «φταίνε οι προηγούμενοι και οι επόμενοι», ζητούσε να δώσουν εξηγήσεις αφενός ο κ. Χατζηδάκης και αφετέρου ο κ. Καραμανλής, ενώ αρνούνταν την παρουσία σε οποιαδήποτε Επιτροπή του κ. Σπίρτζη, μολονότι η επίμαχη σύμβαση 717 έπρεπε να υλοποιηθεί ως το 2016 και παραδόθηκε καθηλωμένη και ανολοκλήρωτη το 2019.
«Το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη ανέδειξε χρόνιες παθογένειες αλλά και σοβαρές καθυστερήσεις στην υλοποίηση του έργου της τηλεδιοίκησης στον σιδηρόδρομο, καθώς η σχετική σύμβαση 717, που υπογράφηκε το 2014 με ορίζοντα περάτωσης το 2016 δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη», υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά από την κυβέρνηση.
Την ίδια ώρα, όμως, η κυβέρνηση δεν αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες που τις αναλογούν. Όπως, μάλιστα, είπε χθες ο κ. Γεραπετρίτης: «Το δυστύχημα ήταν το αποτέλεσμα μιας αλληλουχίας λαθών που οδήγησαν εκεί που οδήγησαν. Μολονότι – και θέλω αυτό να το τονίσω – ήταν σε πλήρη λειτουργία η τηλεδιοίκηση στο συγκεκριμένο σημείο και όχι μόνο αυτό, αλλά ήταν υποχρέωση των Σταθμαρχών να χαράσσουν αυτόματη πορεία πάνω στον πίνακα.
Εντούτοις αυτό δεν συνέβη. Υπήρξε μία χειροκίνητη χάραξη της διαδρομής αντίθετα με την υποχρέωση, η οποία προέκυπτε, υπήρχε μια εσφαλμένη τοποθέτηση των κλειδιών, δεν υπήρξε η αναγκαία εκ των υστέρων παρακολούθηση επί του πίνακα που θα έδινε ακριβώς το στίγμα του τρένου και θα έδιδε την εικόνα ότι κινούνται αντίθετα τρένα στην ίδια γραμμή, δεν υπήρχε ενημέρωση και εκ μέρους της αμαξοστοιχίας ότι περιέρχεται σε μία διαφορετική της φυσιολογικής γραμμής.
Όλα αυτά είναι δεδομένα, τα οποία αξιολογούνται από τη δικαιοσύνη και θα υπάρξει το αντικειμενικό της πόρισμα». Ο ίδιος, προσέθεσε ότι τι κανένα ανθρώπινο λάθος δεν μπορεί να κρύψει τις όποιες ατέλειες υπάρχουν και δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για τις πλημμέλειες που τυχόν υπήρξαν, τις καθυστερήσεις και τα λάθη και αυτά είμαστε υποχρεωμένοι να τα διαγνώσουμε με ειλικρίνεια, με ακεραιότητα απέναντι στον ελληνικό λαό.
Επισήμανε, δε, ότι το ETCS καθώς και όλα τα κέντρα τηλεδιοίκησης της χώρας από άκρη σε άκρη θα είναι έτοιμα στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2023, αλλά στην πραγματικότητα, από Οκτώβριο, θα έχουμε μία σοβαρότατη αναβάθμιση σε ότι αφορά τα ηλεκτρονικά μέσα. Ένα επιπλέον σημείο που κατέδειξε ο Υπουργός στην τοποθέτησή του αφορά τη δήθεν παράδοση της τηλεδιοίκησης. Είπε συγκεκριμένα: «Το «παραδίδω ένα έργο», σημαίνει ένα και μόνο πράγμα.
Ότι το παραδίδω στον φορέα, λειτουργικό, μετά από δοκιμή, προς χρήση. Αυτό σημαίνει παραδίδω. Δεν σημαίνει, βεβαίως, παραδίδω, το να έχω κάνει την πρόβλεψη της εκταμίευσης του ποσού. Η εκταμίευση, που έχει να κάνει με τις απορροφήσεις των πόρων, ουδόλως σχετίζεται με τη λειτουργική παράδοση του έργου. Άρα αυτό που ακούω – με κάθε σεβασμό- ότι είχε παραδοθεί ένα μέρος που πλησιάζει το 70%, δεν υφίσταται και σας το λέω αυτό μετά λόγου γνώσεως.
Θα ακούσω ό,τι είναι να πείτε, αν θέλετε θα επανέλθω, η πραγματικότητα, όμως, είναι, ότι αυτό το οποίο είχε παραδοθεί το 2016, ήταν λιγότερο από το 33% του συνολικού έργου, λειτουργικά παραδοθέν, το 2016. Αυτό είχε παραδοθεί. Επιπλέον, δε, γι’ αυτό το 33%, υπήρξαν σοβαρότατα ζητήματα. Υπήρχε δημοσιονομικός έλεγχος. Από το 2016 έως το 2019 δεν υπήρξε τίποτε άλλο κύριε Χαρίτση, απολύτως».