Τη μεγάλη αποκλιμάκωση του ελληνικού -και όχι μόνο- χρέους διαπιστώνει η UBS, η οποία «βλέπει» ότι, παρά τα υψηλότερα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών, η αναλογία χρέους/ΑΕΠ μειώνεται σταδιακά, φτάνοντας ακόμα και τα επίπεδα πριν την πανδημική περίοδο (δ’ τρίμηνο 2019).

Σε επίπεδο δημόσιου χρέους, η Ελλάδα εμφανίζει τη δεύτερη μεγαλύτερη πτώση σ’ όλη την Ευρωζώνη, με το χρέος να υποχωρεί στο 171% του ΑΕΠ στο δ’ τρίμηνο του 2022, καταγράφοντας μείωση κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το γ’ τρίμηνο. Αποτέλεσμα είναι να βρίσκεται σε επίπεδα κατά 9,3 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα των προ-Covid επιπέδων αλλά και κατά 38 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα των υψηλών της πανδημικής περιόδου.

Η μεγαλύτερη κάμψη καταγράφεται από πλευράς Πορτο γαλίας, η οποία είδε το χρέος της να μειώνεται στο -6% και το 114% του ΑΕΠ (-24% σε σχέση με το υψηλό της πανδημίας). Η δε Ιταλία, βλέπει το χρέος να περιορίζεται στο 144,4% του ΑΕΠ, δηλαδή 14,5 μονάδες χαμηλότερα των πανδημικών υψηλών, αλλά και 10 μονάδες υψηλότερα των προ-Covid επιπέδων.

Όσον αφορά το χρέος των νοικοκυριών, η μεγαλύτερη κάμψη καταγράφεται στην Ελλάδα, όπου παρατηρείται μείωση κατά 5,1 μονάδες, στο 45,2%. Ακολουθεί η Ολλανδία, η οποία βλέπει το χρέος των νοικοκυριών να συρρικνώνεται κατά -2,3 μονάδες, στο 95%. Παρ’ όλα αυτά παραμένει με διαφορά το μεγαλύτερο στη ζώνη του ευρώ.

Στο σύνολό του πάντως, το χρέος στην Ευρωζώνη, έχει περιοριστεί στο 360,5% του ΑΕΠ, υποχωρώντας κατά 18,7 μονάδες σε σχέση με τα προ-Covid επίπεδα (379% το δ’ τρίμηνο του 2019).

Οι επιμέρους κλάδοι εμφανίζουν πτώση στην αναλογία χρέους/ΑΕΠ στο δ’ τρίμηνο του 2022

Το χρέος των νοικοκυριών (104,3%), από την πλευρά του, περιορίζεται μόλις κατά 0,9% στο δ’ τρίμηνο του 2022, επιστρέφοντας στα προ-Covid επίπεδα.

Στον μη χρηματοπιστωτικό εταιρικό τομέα (104,3%), το χρέος «πέφτει» κατά 2,5%, αλλά παραμένει κατά 1% υψηλότερο σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2019, ενώ το δημόσιο χρέος συνεχίζει τη σταθερή μείωση των τελευταίων επτά τριμήνων.

Ας σημειωθεί ότι το δημόσιο χρέος της Ευρωζώνης ανερχόταν στο 91,6% του ΑΕΠ στο δ’ τρίμηνο, δηλαδή κατά 1,4% μικρότερο έναντι του δ’ τριμήνου, αλλά και κατά 7,5% μεγαλύτερο σε σχέση με τα προ-Covid επίπεδα.

Σύμφωνα με την ανάλυση της UBS, η κατά γενική ομολογία αποκλιμάκωση του ευρωπαϊκού χρέους οφείλεται εν πολλοίς στην ισχυρή ανάκαμψη του ονομαστικού ΑΕΠ, το οποίο έλαβε ώθηση από τον υψηλό πληθωρισμό.

Όμως, ενόσω σταδιακά οι τιμές επιβραδύνουν, ως απόρροια των υψηλότερων επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας και της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, η δυναμική στη μείωση της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ είναι πιθανό να αρχίσει να εξασθενεί.